24 Οκτωβρίου 2009
3 Απριλίου 2009
ΧΟΙΡΙΝΟ ΜΕ ΔΑΜΑΣΚΗΝΑ ΣΕ 30 ΛΕΠΤΑ
0
ΥΛΙΚΑ
2 κουταλιές σουσαμελαιο
2 κουτ,ελαιολαδο
600g χοιρινό φιλέτο, κομμένο σε λεπτές φέτες σε λεπτές λωρίδες
1 κρεμμύδι, κομμένο σε λεπτές φέτες
3 σκελιδες σκόρδο συνθλιβμενο
1 Κουτάλι του τσαγιού φρέσκο τριμμένο τζίντζερ
1 Μικρή κόκκινη πιπεριά, φέτες
1 Μικρή κίτρινη πιπεριά, φέτες
200g Σπαράγγια, μισα ασπρα μισα πρασινα
100 γρ αρακάς
200g φυλλο αρακα
2 κουταλιές σάλτσα σόγιας
200 γρ.δαμασκηνα
1 κουτ.χοι σιν
Method Μέθοδος
βαζετε το μισο χοινο σε μια σακουλιτσα προσθετετε 3 κουταλιες κορν φλαουρ κλινεται την σακουλα και κουνάτε επειτα αφαιρείται το κρεας απο την σακουλα και σε ενα τηγανι με λιγο λαδι που καιει το θωρακιζετε για 2-3 λεπτα (προσοχη θα πρεπει να μπαίνει λιγο καθε φορα στο τηγανι ωστε να μην χασει τα υγρα του )
2 .Ζεστάνετε το υπόλοιπο λάδι σε ενα τηγανι, προσθέτουμε το κρεμμύδι, το σκόρδο και τζίντζερ, ανακατεύετε για 2 λεπτα
3. Προσθέστε τις κόκκινες και το κίτρινες πιπεριές και το φυλλο αρακα ανακατεύετε για αλλα 2 λεπτα, προσθέστε σάλτσα σόγιας, το χοιρινό , ανακατεύετε-τηγανίζουμε μέχρι να μαλακώσουν πιπεριές
4. Προσθέστε τα σπαράγγια, δαμάσκηνα αλεσμενα, και την Χόι σιν σάλτσα, ανακατεύετε και το αφηνετε για 5-6 λεπτα
SHOW ME THE HONEY-ΜΕΛΙ
1
H αξία του έχει εκτιμηθεί από τα πανάρχαια χρόνια:
Στους αιγυπτιακούς παπύρους , πριν από 3.500 χρόνια αναφέρεται το μέλι ως θεραπευτικό μέσο.
Στο βιβλίο της ζωής των αρχαίων Ινδών αναφέρεται ότι η ζωή παρατείνεται όταν στη καθημερινή τροφή υπάρχει το γάλα και το μέλι.
Το νέκταρ αποτελούσε την τροφή των αθανάτων Ολύμπιων Θεών. Με μέλι ανατράφηκε ο Δίας από τη νύμφη Μέλισσα.
Ο Ιπποκράτης συνιστούσε το μέλι για τη θεραπεία πολλών ασθενειών, το ίδιο και ο Αριστοτέλης που πίστευε ότι τι μέλι παρατείνει τη ζωή.
Οι Αιγύπτιοι προσέφεραν στους θεούς τους κηρήθρες με μέλι ως πολύτιμο δώρο αφοσίωσης και εξευμενισμού.
Γιατί μέλι και όχι ζάχαρη
Υπάρχουν δεκάδες βιβλία γραμμένα για το μέλι , που εξυμνούν το θαυμάσιο προϊόν αυτό της φύσης.
Για το μέλι δεν έχει γραφεί τίποτε εναντίον. Αντίθετα η ζάχαρη έχει κατηγορηθεί για πληθώρα παρενεργειών στον άνθρωπο. Το υψηλό επίπεδο χοληστερίνης, οι πονοκέφαλοι, η κούραση, η ερεθιστικότητα, η δυσκοιλιότητα αποδίδονται κατά ένα μεγάλο μέρος στην κοινή ζάχαρη.
Η ζάχαρη είναι ένα βιομηχανοποιημένο προϊόν αποτέλεσμα χημικής επεξεργασίας.
Το μέλι είναι ένα φυσικό βιολογικό προϊόν, κατευθείαν από τη φύση, και δεν επιδέχεται καμία επεξεργασία.
Η ζάχαρη αποτελείται αποκλείστηκα από ζαχαρόζη.
Το μέλι περιέχει 180 διαφορετικές ουσίες, οι οποίες διασυνδέονται οργανικά με τέτοιο τρόπο ώστε κανείς μέχρι τώρα δεν έχει μπορέσει να το φτιάξει τεχνητά παρά τη γνωστή σύνθεση.
Θρεπτική Αξία του μελιού
- Τα ζάχαρα του μελιού είναι απλά, απορροφούνται αμέσως, γι΄ αυτό και το μέλι είναι μια γρήγορη πηγή ενέργειας για τον οργανισμό για του αθλητές τα παιδιά τις εγκύους τους αρρώστους, και για κάθε ταλαιπωρημένο οργανισμό.
- Το μέλι έχει ανόργανα στοιχεία γνωστά σαν ιχνοστοιχεία, τα οποία παίζουν σπουδαίο ρόλο στο μεταβολισμό και στη θρέψη, είναι συστατικά του σκελετού και των κυττάρων, συμμετέχουν σε διάφορα ενζυμικά συστήματα και τέλος ρυθμίζουν την οξύτητα του στομάχου. Η συγκέντρωση των βιταμινών που έχει το μέλι δεν είναι αρκετή για τις ημερήσιες ανάγκες μας, βοηθούν όμως για την απορρόφηση των ζαχάρων.
- Το μέλι έχει αντισηπτικές ιδιότητες, είναι τονωτικό, αυξάνει το ρυθμό λειτουργίας της καρδιάς, μειώνει προβλήματος έλκους στο στομάχι και γενικά συμβάλλει στη καλή λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού.
- Η κατανάλωση μελιού βοηθάει στη γρηγορότερη αποκατάσταση της υγείας σε περιπτώσεις αναιμίας λόγω σιδήρου που περιέχει.
- Το μέλι βοηθά σημαντικά στο ταχύτερο μεταβολισμό του οινοπνεύματος με αποτέλεσμα να απαλλάσσεται κανείς γρηγορότερα από την κατάσταση μέθης.
- Το μέλι έχει υψηλή περιεκτικότητα σε χολίνη που βοηθά ιδιαίτερα άτομα που λόγω της καθιστικής εργασίας υποφέρουν από δυσκοιλιότητα.
- Το μέλι έχει αντιμικροβιακή δράση και εμποδίζει την ανάπτυξη των βακτηρίων και άλλων παθογόνων οργανισμών . είναι χρήσιμο για την επούλωση και τον καθαρισμό ή την απολύμανση πληγών.
Είδη μελιού
Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες μελιού. Το ανθόμελο, που παράγεται από το νέκταρ των λουλουδιών, και το μέλι των μελιτωμάτων που παράγεται από το χυμό του πεύκου, της ελάτης και άλλων δασικών φυτών. Το ανθόμελο όταν έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά λαμβάνει την ονομασία του φυτού από το οποίο προέρχεται. Έτσι, έχουμε μέλι Θυμαριού, Πορτοκαλίας, Ηλιναθού, Ερείκης, Καστανιάς, Βαμβακιού, Πολύκομβου κ.α. Το ίδιο συμβαίνει και με το μέλι μελιττωμάτων με κύριες κατηγορίες το μέλι Πεύκου και Ελάτου.
Κάθε κατηγορία έχει τις εξής ιδιομορφίες που την κάνει να ξεχωρίζει απ' όλες τις άλλες:
- Θυμαρίσιο: έντονα αρωματικό μέλι, εξαιρετικά ευχάριστο στη γεύση με ανοιχτόχρωμη λαμπερή εμφάνιση κατατάσσεται στις καλύτερες ποιότητες μελιού που υπάρχουν. Κρυσταλλώνει σε διάστημα 6 με 18 μήνες από την παραγωγή του.
- Πορτοκαλίας:Έχει υπέροχο άρωμα και εξαιρετική γεύση. Κρυσταλλώνει πολύ σύντομα σ΄ένα με δύο μήνες. Είναι έντονα ανοιχτόχρωμο, μετατρέπεται σε ασπουδερό μετά τη κρυστάλλωση του.
- Πευκόμελο: Το 65% περίπου της συνολικής παραγωγής μελιού στην Ελλάδα είναι πευκόμελο. Δεν είναι ιδιαίτερα γλυκό, είναι πλουσιότερο από το ανθόμελο σε ιχνοστοιχεία πρωτεΐνες και αμινοξέα και έχει λιγότερες θερμίδες. Είναι από τις κατηγορίες μελιού που δεν κρυσταλλώνουν.
Κρυστάλλωση μελιού και ποιότητα
- Η κρυστάλλωση είναι φυσικό φαινόμενο που δεν προξενεί καμία αλλαγή στη θρεπτική και βιολογική ιδιότητα του μελιού. Σχετίζεται με τη φυτική προέλευση του μελιού και επηρεάζεται από τη χημική του σύνθεση. Οι παράγοντες που παίζουν σημαντικό ρόλο στην ταχύτητα της κρυστάλλωσης είναι η συγκέντρωση γλυκόζης και του νερού, η σχέση φρουκτόζης-γλυκόζης, η σχέση γλυκόζης-νερού η περιεκτικότητα του δείγματος σε γύρη, η παρουσία του ζαχάρου μελιζιτόζη κ.α.
- Ένα κρυσταλλωμένο μέλι δεν είναι ούτε χαλασμένο ούτε νοθευμένο. Το κρυσταλλωμένο μέλι ρευστοποιείται εύκολα σε μπεν-μαρί, χωρίς να χάσει καμία από τις βιολογικές και θρεπτικές του ιδιότητες.
Το χρώμα του μελιού
Το χρώμα είναι χαρακτηριστικό της προέλευσης του μελιού. Τα σκοτεινόχρωμα μέλια είναι πλούσια σε ιχνοστοιχεία(κάλιο μαγνήσιο, φώσφορο, σίδηρο, νάτριο, κ.λ.π. ) και συνεπώς έχουν μεγαλύτερη θρεπτική αξία. Τα ανοιχτόχρωμα έχουν ωραίο άρωμα και γεύση.
Νοθεία και μέλι
Το μέλι είναι από τα ελάχιστα τρόφιμα που δε νοθεύονται. Αναμιγνύεται δύσκολα με νερό γλυκόζη ή άλλη γλυκαντική ουσία. Περιπτώσεις νοθείας του ελληνικού μελιού είναι πολύ σπάνιες.
Ελληνικό και όχι ξένο
Το ελληνικό μέλι ποιοτικά είναι καλύτερο από το εισαγόμενο για τους εξής λόγους:
- το εισαγόμενο μέλι είναι "νερουλό" έχει δηλαδή έχει μεγαλύτερα ποσοστά υγρασίας . όσο μεγαλύτερο ποσοστό υγρασίας έχει το μέλι τόσο περισσότερο κινδυνεύει να ξινίσει.
- τα εισαγόμενα μπαίνουν στην Ελλάδα φθηνά (200-300 δρχ. το κιλό και πουλιούνται ακριβά 1000-1500 δρχ το κιλό) με αποτέλεσμα να κερδοσκοπούν κάποιοι σε βάρος του Έλληνα καταναλωτή.
- η τεχνολογία μελιού στη ελλάδα δεν είναι ιδιαίτερα προηγμένη, με αποτέλεσμα το ελληνικό μέλι να δέχεται την ελάχιστη τυποποίηση και επεξεργασία. Αντίθετα το εισαγόμενο μέλι έιναι προιόν τυποποίησης και προχωρημένης επεξεργασίας ( αγαίρεση γύρης, υπερβολικό ζέσταμα, χαρμάνια για να μην κρυσταλλώνει, αλλαγή του χρώματος κ.α.)
- η γεύση των ελληνικών μελιών είναι ανώτερη εκείνης των εισαγόμενων.
Συσκευασία μελιού
Η γυάλινη συσκευασία είναι καλή γιατί το γυαλί είναι ουδέτερο υλικό και δεν αντιδρά με το μέλι ώστε να αλλοιώσει την ποιότητα του. Παράλληλα ο καταναλωτής βλέπει τι αγοράζει (χρώμα, ρευστότητα, κρυστάλλωση, καθαροτητα).
Η τενεκεδένια συσκευασία βοηθάει περισσότερο στην διατήρηση της βιολογικής αξίας του μελιού γιατί δεν επηρεάζεται σημαντικά η βακτηριοστατική δράση του μελιού.
Τα πλαστικά βάζα που δεν αναγράφουν την ένδειξη "για τρόφιμα" είναι ακατάλληλα και πρέπει να αποφεύγονται.
Πηγή: έντυπο του μηνιαίου περιοδικού "Μελισσοκομική Επιθεώρηση"
Κείμενο: Θρασυβούλου Ανδρέας Αναπληρωτής Καθηγητής του Εργαστηρίου Μελισσοκομίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
ΣΟΥΠΑ ΡΕΒΙΘΙΑ ΜΕ ΣΥΓΛΙΝΟ
ΣΟΥΠΑ ΡΕΒΙΘΙΑ ΜΕ ΣΥΓΛΙΝΟ
| |
Μουσκεύουμε από την προηγούμενη μέρα τα ρεβίθια σε κρύο νερό. Την επόμενη τα ξεπλένουμε και τα βάζουμε να βράσουν σε 2 λίτρα νερό χωρίς αλάτι, μαζί με το θυμάρι, το φασκόμηλο, τις πατάτες και τα κρεμμύδια, που τα έχουμε καθαρίσει και τα έχουμε κόψει σε τέταρτα. | |
Βράζουμε για 50 λεπτά με 1 ώρα και αφαιρούμε τον αφρό όσο βράζουν. Όταν μαλακώσουν τα ρεβίθια, αλατίζουμε και πολτοποιούμε τη σούπα στο μπλέντερ. Την ξαναβάζουμε στην κατσαρόλα και προσθέτουμε την κρέμα γάλακτος ή το γιαούρτι, χωρίς να συνεχίσουμε το βράσιμο. | |
Σκουπίζουμε με χαρτί κουζίνας το λίπος από το σύγλινο και το ψιλοκόβουμε. Αν βάλουμε μπέικον, τότε απλώς το ψιλοκόβουμε. Σοτάρουμε το σύγλινο ή το μπέικον σε αντικολλητικό τηγάνι χωρίς να προσθέσουμε λάδι ή βούτυρο, γιατί έχουν αρκετό λίπος από μόνα τους. Αφού σοταριστούν και ξεροψηθούν, προσθέτουμε το χυμό και το ξύσμα των πορτοκαλιών και το φρέσκο δενδρολίβανο. | |
Μοιράζουμε τη σούπα στα πιάτα και προσθέτουμε 1 με 2 κουταλιές από το μείγμα του σύγλινου. Συνοδεύουμε με κρουτόν ή ξεροψημένο ζεστό χωριάτικο ψωμί. |
29 Μαρτίου 2009
ΣΠΕΤΣΛΕ
ΤΑ ΣΠΕΤΣΛΕ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΥΝΤΑΓΗ ΖΥΜΑΡΙΚΩΝ ΦΡΕΣΚΩΝ
ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ
ΥΛΙΚΑ
450 γρ. αλεύρι σκληρό
1 κουταλάκι αλάτι
λιγο μοσχοκάρυδο τριμμένο
1 κουταλάκι πιπέρι λευκό
4 μεγάλα αβγά κτυπημένα
νερο μεχρι να γινει ενας παχύρρευστος χυλος
ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Βαζουμε το αλευρι σε ενα μπολ προσθετουμε το αλατι το πιπερι και το μοσχοκαρυδο
επειτα τα αυγα ενα ενα ανακατευοντας συνχρονος στο μιξερ η με μια ξυλινη κουταλα
τελος το νερο λιγο λιγο για να μην σβολιαση
προσοχη εδω τωρα βάζουμε μια κατσαρολα με νερο πανω στη φωτια
(εγω οταν θελω να βρασω κατι γρηγορα βραζω νερο στο φραστηρα και επειτα το ριχνω
στη κατσαρολα ετσι κανουμε και οικονομια στο ρευμα )κανονιζουμε απο πριν να εχουμε
δυο πλαστικα κουβαδακια (οχι αυτα της παραλιας)απο γιαουρτι 1κιλου π.χ
του ανοιγουμε τρυπες απο κατω στο ενα (υπαρχουν πολυ τροποι βρειτε τους)
οταν το νερο στην κατσαλορα εχει αρχισει να κοχλαζει
φερνουμε ακριβως απο πανω το κουβαδακι
με τις τρυπες στο οποιο εχουμε προσθεσει το χυλο
(παιδια δε πρεπει να κανετε πολυ μεγαλες τρυπες )
ο χυλος δεν πρεπει να ρεει απο κατω πολυ ευκολα
παρα μονο οταν εσεις σπρωξετε με το δευτερο κουβαδακι απο πανω
(δηλαδη βαζεται το ενα πλαστικο μεσα σε αυτο που εχει το χυλο και τις τρυπες)
ο χυλος τοτε πεφτει μεσα στο βραστο νερο και σφιγγει αμεσως
αφηστε τα λιγα λεπτα και με μια τρυπητη
(ξεκινατε να βγαζετε αυτα που ειναι στην επιφανεια της κατσαρολας)
Η ΒΑΣΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΗ ΓΙΑ ΤΑ ΣΠΕΤΣΛΕ ΕΙΝΑΙ ΕΤΟΙΜΗ
ΣΠΕΤΣΛΕ ΜΕ ΑΣΤΑΚΟ-ΑΣΤΑΚΟΣΠΕΛΤΣΑΔΑ
ΥΛΙΚΑ:
1 αστακός 800 - 1000γρ
2 ώριμες τομάτες
1 πιπεριά
λιγο μάραθος
3 κρεμμύδια μέτρια
Στο τέλος ρίχνουμε τα σπετσλε όπως στο γιουβέτσι και τ' αφήνουμε να βράσουν γύρω στο 3λεπτο. Τα γυρνάμε σε πιατέλα και γαρνιρουμε. Η αστακοσπελτσαδα μας είναι έτοιμη και σημαντική λεπτομέρεια είναι τα σπετσλε να σερβιριστούν φρεσκοβρασμένα.
ΤΙ ΕΤΡΩΓΑΝ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
ΨΗΤΟ ΚΑΤΣΙΚΙ Η ΑΡΝΙ
ωμοπλατη απο κατσικι η μπουτι απο αρνακι γαλακτος
ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ
ΜΑΡΙΝΑΔΑ
2 φλυτζανια γαλα φρεσκο
μισο φλιτζανι καθαρο μελι
1 κουτ. πιπερι
αλατι
1 σκορδο
ΣΑΛΤΣΑ
10 χουρμαδες
μισο ποτηρι κοκκινο κρασι
1 κουταλια μελι
2 κουταλιες γαρο
λιγο κορνφλαουρ
ΕΚΤΕΛΕΣΗ
αναμιξτε τα συστατικα της μαριναδας και αφηστε το κρεας ολη τη νυχτα μεσα
μουσκεψτε τους χουρμαδες με λιγο κοκκινο κρασι την επομενη μερα στραγγιξτε το κρεας
και ψηστε το σε προθερμασμενο φουρνο στους 180¨c για 40 λεπτα
πολτοποιηστε τους χουρμαδες με τον γαρο το μελι το ελαιολαδο και το κρασι
βαλτε το να παρει μια βραση και προσθεστε το κορνφλαουρ μεχρι να πηξει
σερβιρουμε το κρεας με την σαλτσα διπλα
ΓΑΡΟΣ
αρσενικό μόνο στον ενικό
- αλατισμένο νερό, στο οποίο συστηρούνται τρόφιμα (ψάρια, ελιές, λαχανικά κ.λπ.). Λέγεται και άλμη ή σαλαμούρα
- σάλτσα που παρασκευάζεται από μικρά ψάρια, εντόσθια ψαριών, λάδι και λεμόνι
- ΓΑΡΟΣΈνα περίφημο σκεύασμα , σπάνιο άρτυμα και ακριβός μεζές, ήταν ο περίφημος γάρος ή γαρίτσι κατά την Βυζαντινή εποχή. « Ο γάρος ή το γάρον ή λικουάμεν ή αβδώμιον, αποτελούσε την κατ εξοχήν σάλτσα ή περίχυμα των Βυζαντινών. Ήταν γνωστό απο την ύστερη αρχαιότητα, χρησιμοποιείται ακόμη ευρύτερα κατά τους Βυζαντινούς χρόνους. Πρόκειται για παρασκεύασμα με βάση τα εντόσθια των ψαριών ή και ολόκληρα μικρά ψάρια (αθερίνες, λεπτές τρίγλιες) ή και μεγάλα (σκουμπριά, σαβρίδια). Αφού τα τοποθετούσαν σε σκεύος με άφθονο αλάτι, και κατα περίπτωση και ρίγανη, τα σκέπαζαν και τα άφηναν στον ήλιο για δυό, τρείς μήνες, ανακατεύποντάς τα συχνά. Το παχύρευστο υγρό που πέρνανε μετά απο το σούρωμα ήταν ο γάρος που αραιωνόταν με νερό (υδρόγαρος) κρασί (οινόγαρος) ξύδι (οξύγαρος) και λάδι (ελαιόγαρος ή γαρέλαιον). Στα βυζαντινά χρόνια υπήρχε το γαράριον ή γαρερόν, δοχείο που περιείχε τον γάρο με τον οποίο περίχυναν τα διάφορα φαγητά »
ΖΟΥΜΕΡΗ ΣΦΥΡΙΔΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΑΡΩΜΑΤΙΚΟ ΠΕΣΤΟ ΓΑΡΝΙΡΙΣΜΕΝΗ ΜΕ ΦΛΥΔΕΣ ΠΑΡΜΕΖΑΝΑΣ ΚΑΙ ΜΙΝΕΣΤΡΟΝΕ ΛΙΑΣΤΗΣ ΝΤΟΜΑΤΑΣ
20 γρ. κρεμμυδάκι φρέσκο ψιλοκομμένο.
20 γρ. βασιλικό, 20 γρ. μαϊντανό, 20 γρ. άνηθο ψιλοκομμένα.
5 γρ. σκόρδο ψιλοκομμένο.
κουκουνάρι.
2 φρέσκιες αποφλοιωμένες ντομάτες.
20 γρ. λιαστή ντομάτα.
100 γρ. φλύδες παρμεζάνας.
αλάτι, πιπέρι.
20 γρ. ελαιόλαδο.
50 γρ. ασπρο κρασί.
100 γρ. ζωμό ψαριού.
ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Βάζουμε τον άνηθο, τον μαϊαντανό, το βασιλικό, το κουκουνάρι και το ελαιόλαδο στο μπλέντερ.
Σωτάρουμε τη σφυρίδα σε τηγάνι και τη σβήνουμε με κρασί.
Την πασπαλίζουμε με μερικές κουταλιές απο το μίγμα χυλού που έχουμε στο μπλέντερ.
Προσθέτουμε λίγη ψιλοκομμένη φρέσκια ντομάτα, τις φλύδες παρμεζάνας και λίγο απο το ζωμό του ψαριού.
Βάζουμε στο φούρνο τη σφυρίδα για 15 περίπου λεπτά, μέχρι να δημιουργηθεί η κρούστα.
Σε ένα κατσαρολάκι βάζουμε ελαιόλαδο, κρεμμύδι, σκόρδο.
Τα τσιγαρίζουμε και βάζουμε την υπόλοιπη ψιλοκομμένη ντομάτα.
Σβήνουμε με κρασί και ρίχνουμε τον υπόλοιπο χυλό στο κατσαρολάκι.
Αφήνουμε να πάρει μια βράση.
Βάζουμε τη σάλτσα σε πιάτο και απο πάνω τη σφυρίδα.
Σερβίρουμε με βραστά η ψητά λαχανικά.
ΧΟΧΛΟΙ ΜΠΟΥΜΠΟΥΡΙΣΤΟΙ
Υλικά
- 1 κιλό χοχλιούς
1/2 ποτηράκι ξύδι
1/2 ποτηράκι του κρασιού λάδι
αλάτι, δεντρολίβανο
Εκτέλεση
Αλατίζουμε τους χοχλιούς, βαζουμε στο πατο του τηγανιου αλατι σε ολη την επιφανια του και τους βάζουμε στο τηγανι με το στόμιο προς τα κάτωστη φωτια για 2-3 λεπτά. Ρίχνουμε το λαδι,τηγανιζουμε για 2-3 λεπτα ριχνουμε το δενδρολιβανο(αρισμαρι) και τους σβήνουμε με το ξυδι. κι είναι έτοιμοι για σερβίρισμα. (προσεχουμε δεν ξυνουμε το τηγανι κατω εχει κανει κρουστα η οποια ωφειλετε στο αλατι και στα σαλια των χοχλοιων που για μενα αυτη ειναι μοριακη μαγειρικη το ζεστο αλατι με την επαφη με τα σαλια των χοχλιων δημιουργει μια κρουστα λευκη η οποια παραμενει στο πατο του τηγανιου28 Μαρτίου 2009
ΜΙΚΡΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ
3 Ψήσατε το ρολό κρέας περισσότερη ώρα κ σας στέγνωσε? Περιχύστε το με μερικές κουταλιές γάλα εβαπορέ ή κρέμα γάλακτος και αφήστε το να βράσει για λίγο σε μια κατσαρόλα που θα σκεπάσετε με το καπάκι της. Σε λίγα λεπτά το ρολό σας θα έχει όλους τους χυμούς και τα υγρά που χρειάζεται για να είναι νόστιμο και ζουμερό.
3 Δώστε στη σάλτσα μπεσαμέλ που φτιάχνετε συνήθως, μια πιο πικάντικη γεύση. Προσθέστε στο κλασικό μίγμα τριμμένο πικάντικο τυρί και λίγο μοσχοκάρυδο. Έτσι θα της δώσετε μια ξεχωριστή γεύση που θα ενθουσιάσει εσάς αλλά θα δοκιμάσουν τη νέα συνταγή σας.
3 Σας περίσσεψε ψητό κρέας αλλά δεν έχει μείνει καθόλου σάλτσα για να το συνοδεύσετε? Μπορείτε να φτιάξετε μια καινούργια νόστιμη σάλτσα εύκολα και γρήγορα. Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να ανακατέψετε καλά σε μπολ ένα ποτήρι ζωμό, μισό κουτάλι της σούπας κορν φλάουρ ,μια κουταλιά ελαιόλαδο, λίγη σκόνη σκόρδου, αλάτι, πιπέρι και λίγο λρασί. Αφού αναμειχθεί το μίγμα καλά, ρίξτε το σε ένα κατσαρολάκι, βάλτε το στη φωτιά και συνεχίστε να ανακατεύετε με σύρμα ώσπου να ΄΄δέσει΄΄ η σάλτσα.
3 Αν τηγανίσετε ψάρια ή άλλα βαριά φαγητά και η κουζίνα σας γέμισε αποπνικτικές μυρωδιές, γεμίστε μια κατσαρόλα με λίγο νερό και πολλά μυρωδικά και αφήστε τα να βράσουν χωρίς καπάκι, ώστε να εξουδετερώσουν τις δυσάρεστες οσμές και να δώσουν το δικό τους ευχάριστο άρωμα στο χώρο.
3 Φτιάξτε εύκολα και γρήγορα μία νόστιμη σος για τις σαλάτες σας. Ανακατέψτε καλά σε μπολ ένα φλιτζάνι ελαιόλαδο με 5 κουταλιές της σούπας ξίδι ,2 κουταλιές της σούπας μουστάρδα και αλατοπίπερο και θα έχετε αμέσως ένα καταπληκτικό dressing για την πατατοσαλάτα, τη λαχανοσαλάτα και όλες τις άλλες σαλάτες σας.
3 Το μυστικό για πιο αφράτα κεφτεδάκια : προσθέστε στον κιμά λίγο ξίδι και μερικές σταγόνες ελαιόλαδο. Ο κιμάς θα μαλακώσει, και τα κεφτεδάκια σας όταν ψηθούν, θα είναι πιο μαλακά και αφράτα.
3 Ξεμείνατε από κρέμα γάλακτος και τη χρειάζεστε για κάποια συνταγή? Μπορείτε να την αντικαταστήσετε με 1/3 του φλιτζανιού βούτυρο και 3/4 του φλιτζανιού γάλα, τα οποία θα χτυπήσετε μαζί καλά, ώσπου να γίνουν κρέμα. Χρησιμοποιήστε την ακριβώς όπως τη φρέσκια κρέμα γάλακτος, στην ίδια ακριβώς ποσότητα.
3 Όταν μαγειρεύετε φαγητό στην κατσαρόλα προσέχετε να μη φεύγει ατμός και νερό από το καπάκι. Αλλιώς χαμηλώστε τη θερμοκρασία του ματιού, τόσο ώστε το καπάκι να κάθεται στην κατσαρόλα χωρίς να ΄΄χοροπηδάει΄΄.
3 Πριν γεμίσετε τα φορμάκια ή τις φόρμες για κέικ ή άλλα γλυκά με το μίγμα για ψήσιμο, αλείψτε τα με βούτυρο και πασπαλίστε με αλεύρι. Έτσι δεν θα κολλάνε τα εδέσματά σας στα τοιχώματα μετά το ψήσιμο.
3 Τα καμένα λίπη στο ταψί είναι ένας από τους χειρότερους μπελάδες στο πλύσιμο των σκευών της κουζίνας σας. Για να απαλλαγείτε, μπορείτε κάθε φορά που ψήνετε ένα φαγητό στο φούρνο να στρώνετε πρώτα το ταψί με αλουμινόχαρτο στον πάτο και τα τοιχώματά του. Έτσι, μετά το ψήσιμο, πετάτε το αλουμινόχαρτο και το ταψί μένει καθαρό και δεν χρειάζεται καθόλου πλύσιμο πριν το ξαναχρησιμοποιήσετε. Επίσης, υπάρχει ένα ειδικό αντικολλητικό χαρτί ότν ψήνετε γλυκό ή πίτες. Έχει το ίδιο αποτέλεσμα, και ακόμη, εκτός του ότι χρειάζεται να αλείψετε το ταψί με βούτυρο, έχετε εδέσματα πιο ελαφρά.
3 Κάθε φορά που ξεπαγώνετε κρέας ή ψάρι ή συκώτι από την κατάψυξη, αφήστε το να ξεπαγώσει σιγά-σιγά στο ψυγείο ή σε θερμοκρασία δωματίου. Μην το βάζετε ποτέ σε λεκάνη με ζεστό νερό, γιατί με αυτόν τον τρόπο τα βακτηρίδιά που έχει το κρέας πολλαπλασιάζονται τόσο, ώστε να ενδέχεται να γίνουν επικίνδυνα για τον ανθρώπινο οργανισμό.
3 Αν το γάλα που ζεσταίνετε σας ΄΄έπιασε΄΄ και κάηκε στον πάτο του σκέυους, η δυσάρεστη μυρωδιά θα εξαφανιστεί αν ρίξετε αμέσως λίγο αλάτι
ΨΩΜΙ ΜΕ ΓΕΥΣΕΙΣ-BREAD WITH FLAVOR
| |||||||||||
ΨΩΜΙ ΜΕ ΦΕΤΑ ΚΑΙ ΑΝΙΘΟ Συστατικά:
2 κουταλιές σούπας baking powder 2 κουταλάκια γλυκού άνηθο ψιλοκομμένο 1 φλιτζάνι τυρί φετα τριμμένη 1 3/4 φλιτζάνι γάλα 2 αυγά χτυπημένα 1/4 φλιτζάνι βούτυρο λιωμένο | | ||||||||||
Οδηγίες: | |||||||||||
Ανακατεύετε το αλεύρι με τη ζάχαρη, το baking powder, τον άνηθο και το τυρί. Ανακατεύετε τα υπόλοιπα υλικά και τα προσθέτετε στο αλεύρι χωρίς πολύ ανακάτεμα. Μοιράζετε σε 12 φόρμες (βουτυρωμένες ή στρωμένες με χαρτί) και ψήνετε σε μέτριο φούρνο για 25-30 λεπτά.
|
ΛΕΞΙΚΟ ΜΑΓΕΙΡΙΚΗΣ {Α-Ω}
ΛΕΞΙΚΟ A
Α
Agar - Agar
Ζελατίνη προερχόμενη από φύκια. Χρησιμοποιείται σε χορτοφαγικά πιάτα και ευρύτατα στην κουζίνα της Άπω Ανατολής. Τα πιάτα με agar - agar δεν χρειάζονται ψυγείο για να διατηρηθούν, κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε ζεστά και υγρά κλίματα.
Α λα Αλεμάντ ( A l' Allemande )
Γαλλικός όρος μαγειρικής για μια γαρνιτούρα γερμανικού τύπου που συνοδεύει ζυμαρικά ή πατάτες πουρέ.
Α λα αλσασιέν
Γαλλικός όρος μαγειρικής που σημαίνει την προσθήκη σουκρούτ ή πατάτας στο συγκεκριμένο πιάτο.
Α λα γκρεκ
Λαχανικά, ιδίως μανιτάρια και αγκινάρες, μαγειρεμένα με ελαιόλαδο, κόλιανδρο και άλλα καρυκεύματα. Σερβίρονται κρύα.
Α λα λυοναιζ (a la lyonnaise)
Γαλλικός όρος μαγειρικής που σημαίνει την προσθήκη τηγανιτών κρεμμυδιών σε ένα πιάτο ή σε μια γαρνιτούρα.
Α λα μενιέρ (a la meuniθre)
Γαλλικός όρος μαγειρικής για μια σάλτσα βουτύρου που ετοιμάζεται με διαυγές βούτυρο (beurre clarifie) που καίγεται και κατόπιν αρωματίζεται με μαϊντανό ψιλοκομμένο και χυμό λεμονιού. Συνοδεύει άριστα ψάρια (ιδίως γλώσσα) ψητά ή ποσέ ή στον ατμό.
Α λα πρινσές (a la princesse)
Γαλλικός όρος μαγειρικής για μια γαρνιτούρα από αγκινάρες, σπαράγγια και πατάτες που συνοδεύει ψητά κρέατα.
Α λα προβενσάλ (a la provenηale)
Γαλλικός όρος μαγειρικής για φαγητά μαγειρεμένα με τομάτες, σκόρδο, ελαιόλαδο, κρεμμύδια, ελιές και καμιά φορά μανιτάρια και ατζούγιες.
Α λα φορεστιέρ
Φαγητό με διάφορα είδη μανιταριών, σωταρισμένων με βούτυρο αλλά και πατάτες κομμένες σε κύβους και τηγανισμένες σε βούτυρο.
Αγιολί ( Σάλτσα)
Σάλτσα της Νότιας Γαλλίας με βάση τη μαγιονέζα, αρωματισμένη με μπόλικο λιωμένο σκόρδο. Συνοδεύει κυρίως παστό μπακαλιάρο αλλά και ψάρια του γλυκού νερού, σαλάτες με τομάτα, και βραστά κρέατα.
Αλ ντέντε (Al dente)
Όρος που περιγράφει πώς οι Ιταλοί τρώνε τα ζυμαρικά τους, δηλαδή μαγειρεμένα τόσο ώστε όταν τα δαγκώνεις "να κρατάνε" και να μην είναι παραβρασμένα.
Αλ' αματριτσιάνα (all' amatriciana)
Ιταλικός όρος μαγειρικής για πιάτα με σάλτσα τομάτα που περιέχει κομμένα κρεμμύδια και μπέικον. Η σάλτσα αυτή συνοδεύει πιάτα με ζυμαρικά (σπαγγέτι αλ'αματριτσιάνα) κρέατα και κοτόπουλο.
Άλμη
Διάλυμα αλατιού που χρησιμοποιείται για τη διατήρηση κρεάτων, ψαριών και λαχανικών.
Αμαρέτι (amoretti ή amaretti)
Μικρά, ιταλικά γλυκά μπισκοτάκια με άρωμα πικραμύγδαλου που συνοδεύουν τον καφέ στο τέλος του γεύματος.
Αν κρούτ (en croute)
Τρόπος μαγειρέματος σύμφωνα με τον οποίο το φαγητό (κρέατα και πατέ) ψήνεται τυλιγμένο μέσα σε ζύμη.
Αντιπάστο (antipasto)
Ιταλικός όρος για ορεκτικά. Ένα τυπικό αντιπάστο περιέχει προσούτο με πεπόνι ή σύκα ή ποικιλία αλλαντικών με ελιές, σαλάτες με όσπρια, ζυμαρικά ή σούπες.
Αρωματικά χόρτα ή βότανα
Κάθε αρωματικό χόρτο π.χ. μαϊντανός, άνηθο, εστραγκόν, σχοινόπρασο, μυρώνια, καυκαλίθρες που χρησιμοποιείται για να δώσει άρωμα και γεύση σε σούπες ή μαγειρευτά.
Ασιέτ ανγκλαίζ (assiette anglaise)
Γαλλικός όρος για ένα πιάτο που αποτελείται από κρύα κρέατα, ζαμπόν και γλώσσα.
Ασπίκ (Aspic)
Είναι το ζελέ (χωρίς ζάχαρη) που μπαίνει πάνω σε κρύα φαγητά για γλασάρισμα και ωραιότερη εμφάνιση. Είναι διαφανές, ώστε τα διάφορα λαχανικά, ελιές, τρούφες, ξηροί καρποί, χόρτα να φαίνονται μέσα από αυτό.
Αχνίζω
Μαγειρεύω φαγητό στον ατμό μέσα σε καλαθάκι με τρύπες, τοποθετημένο πάνω από νερό που βράζει.
ΛΕΞΙΚΟ Β-Ε
Βολ ω βαν
Θήκη από ζύμη σφολιάτας, ψημένη και γεμισμένη με ποικιλία ψιλοκομμένων τυριών, αυγών, λαχανικών, κρεάτων, αναμεμειγμένων με σάλτσα. Σερβίρεται σαν ορεκτικό ή πρώτο πιάτο.
Βούτυρο διαυγές (βούτυρο κλαριφιέ, beurre clarifiι)
Βούτυρο λιωμένο, από το οποίο έχουν αφαιρεθεί τα γαλακτερά κατάλοιπα, ώστε να μείνει το διαυγές, καθαρό λίπος.
Γκάμπο (gumbo)
Πηχτή σούπα από τη Λουϊζιάνα της Αμερικής, από κοτόπουλο ή γαρίδες, με τομάτες, ρύζι, πιπεριές, αρωματικά χόρτα και μπαχαρικά. Στο φαγητό προστίθεται και μπάμια για να το πήξει και να του δώσει και άρωμα. Από το όνομα της μπάμιας -στα αφρικανικά- πήρε και την ονομασία του.
Γκαράμ μαζάλα
Ινδικό μείγμα από μπαχαρικά που περιέχει κόλιανδρο, γαρύφαλλο, κανέλλα, κύμινο, κουρκουμά, πιπέρι και πιπερόριζα. Χρησιμοποιείται σε μαγειρευτά φαγητά της ινδικής κουζίνας και μπορείτε να το βρείτε και συσκευασμένο.
Γκασπάτσο (gaspacho)
Κρύα σούπα τομάτας, από την Ανδαλουσία της Ισπανίας. Είναι ένα λείο μείγμα από τομάτες, κόκκινες γλυκές πιπεριές, σκόρδο, κρεμμύδι, λάδι, ξύδι και τριμμένη ψύχα ψωμιού. Συνοδεύεται παραδοσιακά με μικρά μπολ γεμάτα κρουτόν, κύβους αγγουριού και πράσινες πιπεριές.
Γκλασάρω
Δίνω στο φαγητό γυαλιστερή όψη, αλείφοντάς το με κρόκο αυγού πριν το ψήσιμο ή αλείφοντάς το μετά το ψήσιμο με ασπίκ, σιρόπι, μαρμελάδα ή άλλο γκλάσο.
Γκρατινάρω
Γαλλικός όρος μαγειρικής για φαγητά τα οποία πασπαλίζονται είτε με γαλέτα, είτε με τριμμένο τυρί, κομματάκια μπέικον και βουτύρου, και μπαίνουν για λίγα λεπτά κάτω από ζεστό φούρνο ή γκριλ, ώστε να κάνουν κρούστα στην επιφάνεια.
Γρανίτα
Είδος παγωτού, με θρυμματισμένο πάγο σε κρυστάλλους, αρωματισμένο με χυμό φρούτων ή καφέ.
Δέσιμο (μιας σάλτσας, μιας γέμισης, ενός ζωμού)
Το πήξιμο ενός υγρού είτε με την προσθήκη αλευριού είτε με κορν φλάουρ αναμεμειγμένου με νερό είτε με αυγά, κρέμα ή βούτυρο.
Διαυγάζω (κλαριφιέ, clarifiι)
Αφαιρώ τα κατάλοιπα από λίπη, ζωμούς και ζελέ, σουρώνοντας το υλικό είτε λιωμένο είτε σε υγρή μορφή με τουλπάνι, έτσι ώστε να γίνει διαυγές και λαμπερό.
Εμουλσιόν (Emulsion)
Μείγματα στα οποία μικρά κομματάκια λίπους (ή λιπίδια) αιωρούνται μέσα σε υγρό. Όπως η μαγιονέζα (λάδι και αυγά), σάλτσα Ολλανταιζ (λιωμένο βούτυρο και αυγά) και το μείγμα ενός κέικ στην αρχική του μορφή (λίπος, βούτυρο και αυγά)
ΛΕΞΙΚΟ Ζ-Κ
Ζεμάτισμα
Σύντομο βούτηγμα τροφίμου μέσα σε βραστό νερό για να μαλακώσει, να ξεφλουδίσει (τομάτα, αμύγδαλα) ή να φύγει το πολύ αλάτι.
Ζυλιέν
Γαλλικός όρος για τροφές, ιδίως λαχανικά, που έχουν κοπεί σε μακρόστενα σαν σπίρτα κομματάκια
Ζωμός
Νόστιμο υγρό μέσα στο οποίο έχουμε βράσει κρέας, πουλερικά ή λαχανικά ή συνδυασμό αυτών. Χρησιμοποιείται αντί για νερό στο μαγείρεμα άλλων φαγητών, ιδιαίτερα σε σούπες και σάλτσες για να τονώσει τη γεύση τους.
Κακαβιά
Πηχτή ψαρόσουπα από διάφορα μικρά ψάρια, πολύ αγαπητή στους ψαράδες.
Καλβαντός (Calvados)
Γαλλικό μπράντυ μήλου, που παράγεται στη Νορμανδία και παίρνει το όνομά του από την πόλη που είναι το κέντρο παραγωγής μήλου, το Calvados. Είναι χαρακτηριστικό προϊόν της Νορμανδικής κουζίνας και πολλές φορές χρησιμοποιείται μαζί με τον μηλίτη, σε πιάτα αλμυρά (κοτόπουλο ή μοσχαράκι με μήλα) ή και γλυκά.
Καναπεδάκια
Μικρά τρίγωνα ή τετράγωνα από ψωμί, φρεσκοτηγανισμένα ή φρυγανισμένα, αλειμμένα με διάφορα νόστιμα μείγματα, που σερβίρονται ως ορεκτικά.
Κάρδαμο
Μπαχαρικό με προέλευση από την Ασία και την νότιο Αμερική. Το κάρδαμο είναι αποξηραμένος καρπός ενός φυτού που ανήκει στην οικογένεια της πιπερόριζας. Έχει γεύση πικρή και γλυκιά, ελαφρά λεμονίζουσα και είναι πολύ αρωματικό. Είναι ένα από τα συστατικά της σκόνης κάρυ. Οι σπόροι του χρησιμοποιούνται και ολόκληροι σε πίκλες και μαρινάδες.
Καρέμ (Carιme Antonin)
Ένας από τους μεγαλύτερους σεφ όλων των εποχών, δημιουργός του γαλλικού, κλασικού ρεπερτορίου συνταγών γνωστών ως «η Μεγάλη, Μεγαλοπρεπής Κουζίνα» (La grande cuisine).
Καρύκευμα
Η προσθήκη μπαχαρικών και αρωματικών σε φαγητά ή σαλάτες για να πάρουν πικάντικη γεύση.
Κασάτα
Ιταλική σπεσιαλιτέ παγωτού που αποτελείται από τρεις τουλάχιστον διαφορετικές (σε γεύση και χρώμα) στρώσεις. Τα τρία παγωτά τοποθετούνται σε οβάλ φόρμα και παγώνουν μαζί. Τουλάχιστον σε μια από τις στρώσεις περιέχονται ψιλοκομμένοι ξηροί καρποί και φρουί γλασέ. Σερβίρεται αναποδογυρισμένο και κομμένο σε φέτες.
Κασουλέ (cassoulet)
Φαγητό με έντονη γεύση από την περιοχή Λαγκεντόκ της Γαλλίας. Αποτελείται από στρώσεις ξηρών φασολιών, χοιρινού καπνιστού κρέατος, λουκάνικου, διατηρημένου κρέατος χήνας (confit), κρεμμυδιών και καρότου. Όλα αυτά σιγοβράζουν σε πήλινο σκεύος απ' όπου το φαγητό παίρνει και το όνομά του.
Κενέλ (Quenelle)
Αλεσμένο ωμό ψάρι, κρέας, κυνήγι, συκώτι, αναμεμειγμένο με ασπράδια, καρυκεύματα και καμιά φορά μπράντυ ή κρέμα γάλακτος. Πλάθεται σε σχήμα μακρόστενης κροκέτας και είτε βράζεται σε πολύ σιγανή φωτιά, είτε ψήνεται στο φούρνο. Σερβίρεται συνήθως με μία σάλτσα της κλασσικής γαλλικής κουζίνας.
Κις (Quiche)
Μια γαλλική ανοιχτή τάρτα αλμυρή ή γλυκιά, με ποικιλία από γεμίσεις. Η διασημότερη κις είναι η κις λοραίν με γέμιση από αυγά, κρέμα γάλακτος και μπέικον.
Κοκ ω βεν (Coq au vin)
Μία κλασσική γαλλική συνταγή για μαγειρευτό κοτόπουλο, με κόκκινο κρασί, κρεμμύδια, σκόρδο, μπέικον, μανιτάρια, αρωματικά και καρυκεύματα.
Κοκότ (Cocotte)
Γαλλικός όρος για βαριά πυράντοχα σκεύη με σκέπασμα ειδικά για το ψήσιμο στο φούρνο μαγειρευτών κρεάτων. Ο όρος έχει δοθεί σαν όνομα και σε μία γνωστή συνταγή με αυγά (αυγά au cocotte).
Κόμπλερ (Cobbler)
Αμερικανική σπεσιαλιτέ που αποτελείται από διάφορα φρέσκα φρούτα κομπόστα σκεπασμένα με μία ζύμη σαν μπισκότο που ψήνεται στο φούρνο ώσπου να γίνει τραγανή. Σερβίρεται ζεστό με κρέμα γάλακτος ή παγωτό.
Κονφί (Confit)
Φρούτα βρασμένα και διατηρημένα μέσα σε ζάχαρη, πολλές φορές με λίγο μπράντυ. Η έννοια επεκτείνεται και σε κρέατα και πουλερικά διατηρημένα στο δικό τους λίπος από τα οποία πιο γνωστά είναι το κονφί πάπιας και χήνας.
Κόσερ (Kosher)
Φαγητό που είναι φτιαγμένο σύμφωνα με τους διαιτητικούς κανονισμούς των ορθόδοξων εβραίων. Επίσης έτσι ονομάζονται και μαγαζιά ή εστιατόρια που σερβίρουν τέτοια τροφή.
Κουρ - μπουγιόν (Court - bouillon)
Γαλλικός όρος για αρωματικό ζωμό ψαριού, συχνά με κρασί, που χρησιμοποιείται για βράσιμο ψαριού ή για κλασσικές σάλτσες.
Κροκέτες ( Croquettes)
Γαλλική σπεσιαλιτέ από μαγειρεμένο και ψιλοκομμένο κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι, αναμεμειγμένο με λιωμένες πατάτες και ζυμωμένο με αυγό. Πλάθονται σε διάφορα σχήματα, αλείφονται με αυγό, τυλίγονται σε γαλέτα και τηγανίζονται.
Κρουστάντ (Croustades)
Γαλλικός όρος για μικρές θήκες από ψημένη ή τηγανητή ζύμη μέσα στις οποίες σερβίρεται ψιλοκομμένο κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι.
Κρουτόν (Croutons)
Γαλλικός όρος για μικρούς κύβους τηγανισμένου ή ψημένου ψωμιού του τοστ που προστίθεται για γαρνιτούρα σε σούπες ή σε σαλάτες.
ΛΕΞΙΚΟ Λ-Μ
Λάνγκ ντε σά ( Langues de chat )
Μακρόστενα βουτήματα που μοιάζουν στην όψη με τη γλώσσα της γάτας απ' όπου και η γαλλική τους ονομασία. Σερβίρονται με τον καφέ ή το τσάι, αλλά χρησιμοποιούνται και για να διακοσμήσουν γλυκίσματα π.χ. τη σαρλότ ρυς.
Λάρδωμα
Το "ντύσιμο" άπαχου και στεγνού κρέατος, πουλερικού ή κυνηγιού με λαρδί ή μπέικον για να διατηρηθεί ζουμερό κατά το ψήσιμο στο φούρνο.
Λαρντόν ( Lardons )
Λεπτές λωρίδες μπέικον ή λαρδιού που χώνονται στο άπαχο και στεγνό κρέας με μία ειδική βελόνα για να μη ξεραίνεται όταν ψήνεται στο φούρνο.
Μαραίνω
Μαλάκωμα λαχανικών, ειδικά κρεμμυδιών, σε σκεπασμένο σκεύος με λίγο νερό και σε σιγανή φωτιά, ώστε να βγάλουν τους χυμούς τους χωρίς να σωταρισθούν.
Μαρινάρισμα
Η παραμονή τροφίμων σε υγρό για να τα κάνει πιο τρυφερά και νόστιμα. Το υγρό μπορεί να είναι κρασί μηλίτης ή ξύδι που αρωματίζεται με αρωματικά χόρτα, μπαχαρικά, κρεμμύδια και εμπλουτίζεται με λάδι. Μερικές βαλκανικές ή ανατολικές μαρινάδες περιέχουν και γιαούρτι. Η μαρινάδα συνήθως σουρώνεται και χρησιμοποιείται σαν βάση για τη σάλτσα που συνοδεύει το υλικό που μαριναρίστηκε.
Μαρσάλα ( Marsala )
Παράγεται στη Σικελία και είναι το πιο γνωστό ιταλικό γλυκό κρασί. Χρησιμοποιείται πολύ στη μαγειρική και ζαχαροπλαστική και είναι η βάση του γλυκού ζαμπαγιόνε.
Μιρεπουά ( Mirepoix )
Γαλλικός όρος για ένα μείγμα από ψιλοκομμένα λαχανικά, αρωματικά και μπέικον που σωτάρονται ελαφρά και χρησιμοποιούνται σαν βάση για τα κρέατα μπραιζέ ή σαν γαρνιτούρα σε πιάτα με ψάρια.
Μούλιασμα
Το μαλάκωμα τροφίμων με την εμπότιση ή την τοποθέτησή τους σε υγρό.
Μουσκοβάντο ( Muscovando )
Μία αραφινάριστη μαλακή σκούρα ζάχαρη που έχει ένα ζεστό χρυσό χρώμα. Χρησιμοποιείται για την παρασκευή κέικ και γλυκισμάτων και έχει λεπτή κοκκώδη υφή.
Μπάγκελ (Bagels)
Στρογγυλά ψωμάκια εβραϊκής καταγωγής, που πρώτα βράζονται για λίγο πριν ψηθούν στον φούρνο. Σερβίρονται κομμένα στη μέση, αλειμμένα με βούτυρο ή συνηθέστερα με τυρί κρέμα και σερβιρισμένα με ποικιλία από γεμίσεις.
Μπαγκέτα
Γαλλική φρατζόλα ψωμιού, μακριά, λεπτή και με ξεραμένη κόρα.
Μπάγκνα-Κάουντα (Bagna Cauda)
Ένα ιταλικό μείγμα από λιωμένο βούτυρο και λάδι αρωματισμένο με κομμένες αντσούγιες, σκόρδο, βασιλικό, αλάτι και πιπέρι. Σερβίρεται ζεστό σαν ντιπ για βρασμένα και ωμά λαχανικά.
Μπαιν-Μαρί (Bain-Marie)
Περιλαμβάνει ένα μεγάλο σκεύος π.χ. ένα ταψί φούρνου, γεμισμένο με ζεστό νερό, μέσα στο οποίο τοποθετούνται μικρότερα δοχεία ή κατσαρόλες που μπορεί να περιέχουν σάλτσες, σούπες, ζωμούς, κρέμες. Το νερό θα προσέξετε να είναι πολύ ζεστό χωρίς να βράζει. Το μπαιν μαρί μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να διατηρήσουμε τα έτοιμα φαγητά ζεστά και με την απαραίτητη υγρασία. Επίσης αποφεύγεται το σβώλιασμα σε ορισμένα ευαίσθητα φαγητά ή γλυκά π.χ. κρέμες και σάλτσες με γάλα και αυγά.
Μπαλοτίν πουλερικού (ballotine)
Γαλλικός όρος μαγειρικής για πουλερικό ξεκοκαλισμένο, γεμισμένο με πατέ και σκεπασμένο με ασπίκ. Σερβίρεται κρύο, κομμένο σε φέτες.
Μπανάνα σπλιτ (banana split)
Μπανάνα ξεφλουδισμένη, κομμένη στη μέση και γεμισμένη με παγωτό βανίλια. Σερβίρεται με τα δύο κομμάτια της μπανάνας ενωμένα μεταξύ τους και γαρνίρεται με σαντιγύ και ψιλοκομμένους ξηρούς καρπούς.
Μπαρκέτ (barquette)
Μικρή θήκη από ζύμη, με σχήμα σαν καραβάκι που γεμίζεται με ποικιλία από γλυκές και αλμυρές γεμίσεις.
Μπασμάτι (ρύζι)
Πολύ καλής ποιότητας Ινδικό μακρύκοκκο ρύζι, από την περιοχή των Ιμαλαϊων. Συνοδεύει παραδοσιακά διάφορα μαγειρευτά πιάτα με κάρυ.
Μπεαρναίζ (σάλτσα Bearnaise)
Σάλτσα της γαλλικής κουζίνας με προέλευση είτε από την περιοχή της Γαλλίας Μπεαρναίζ ή δημιουργία ενός σεφ από την περιοχή του Παρισιού στα μέσα του τελευταίου αιώνα. Είναι σάλτσα ολλανταίζ, αρωματισμένη με ξηρό κρεμμύδι, ξύδι, γλυκό, ξηρό κρασί, εστραγκόν και μαϊντανό. Σερβίρεται παραδοσιακά με κρέατα σχάρας, ψάρια και αυγά ποσέ.
Μπερ μανιέ ( Beurre maniι )
Γαλλικός όρος για ένα μείγμα από αλεύρι και βούτυρο, δουλεμένα μαζί, που μπαίνουν προς το τέλος του μαγειρέματος σε σούπες, μαγειρευτά και σάλτσες και βοηθάει να πήξουν.
Μπεσαμέλ (σάλτσα)
Κλασική, γαλλική, άσπρη σάλτσα που πήρε το όνομά της από τον δημιουργό της Λουϊ ντε Μπεσαμέλ, μαιτρ ντ' οτέλ στην αυλή του Λουδοβίκου 14ου.
Μπίσκ ( Bisque )
Παραδοσιακή γαλλική σπεσιαλιτέ. Πηχτή σαν κρέμα με βάση θαλασσινά και κρέμα γάλακτος ή κρόκους. Τα θαλασσινά δίνουν στη σούπα ένα ανοιχτό ροζ χρώμα.
Μπολονιέζε
Ιταλική σάλτσα από κιμά μοσχαρίσιο, αρωματισμένο με κρεμμύδι, ντομάτες, καμιά φορά σκόρδο και μπέικον, αρωματικά χόρτα, μπαχαρικά και λίγη ζάχαρη. Συνοδεύει ζυμαρικά.
Μπορς ( Borch )
Ρώσικη σούπα από παντζάρια, κρέας μοσχαρίσιο και διάφορα άλλα λαχανικά. Συνοδεύεται συνήθως από ξινή κρέμα.
Μπραιζέ
Το σιγανό μαγείρεμα κρέατος ή πουλερικού, σε κατσαρόλα, σε ελάχιστο υγρό. Το κρέας ακουμπά συνήθως πάνω σε ένα στρώμα από λαχανικά που το προφυλάσσουν και το διατηρούν ζουμερό. Μεταφέρεται κατόπιν στο φούρνο καλά σκεπασμένο για να αποτελειώσει το ψήσιμό του.
Μπραντάντ μπακαλιάρου ( Brandade de morue )
Ένα φαγητό από την Προβηγκία από πουρέ βρασμένου και ξαρμυρισμένου παστού μπακαλιάρου, αναμεμειγμένου με ελαιόλαδο, γάλα, συνήθως σκόρδο, χυμό λεμονιού και αρωματικών. Τρώγεται χλιαρό με τηγανισμένο ψωμί.
Μπράντυ μπάτερ ( Brandy butter )
Μια πηχτή σάλτσα από βούτυρο, ζάχαρη, μπράντυ και μπαχαρικά, που παραδοσιακά σερβίρεται στην Αγγλία με την χριστουγεννιάτικη πουτίγκα.
ΛΕΞΙΚΟ Ν-Ο
Ναβαρέν ( Navarin )
Γαλλική συνταγή για αρνί της κατσαρόλας, με καρότα, παντζάρια, κρεμμύδια, φασολάκια, πατατούλες, αρακά, ντομάτες, σκόρδο, αρωματικά χόρτα και καρυκεύματα.
Ναστούρτιουμ ( Nasturtium )
Ετήσιο βρώσιμο φυτό που ήρθε στην Ευρώπη από τους Ιησουϊτες. Τα φύλλα του, θυμίζουν γευστικά το νεροκάρδαμο, έχουν ανοιχτό πράσινο χρώμα και μπαίνουν ψιλοκομμένα σε σαλάτες. Τα λουλούδια του έχουν ζωηρό πορτοκαλί χρώμα και χρησιμοποιούνται στη διακόσμηση των πιάτων.
Νούντλς ( Noodles )
Γενικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία ποικιλία ζυμαρικού, από επίπεδες λεπτές λωρίδες. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία νουντλς που διαφέρουν στο μήκος, στο πλάτος και στο πάχος. Μερικά νουντλς περιέχουν και αυγό.
Ντάμπλιγκς (dumplings)
Μικρά μπαλάκια ζύμης που γίνονται από αλεύρι, καρυκεύματα, μαγειρικό λίπος και νερό. Μαγειρεύονται σε νερό, σούπα ή ζωμό ή σιγοβράζουν σε φαγητά της κατσαρόλας με κρέας.
Νταντή (Dundee) κέικ
Κέικ με ψιλοκομμένα ξερά φρούτα και τόπο καταγωγής το Dundee της Σκωτίας. Χαρακτηριστικό του γνώρισμα το γαρνίρισμά του -πριν το ψήσιμο- με σειρές από ξεφλουδισμένα αμύγδαλα.
Νταριόλ ( Dariole )
Μικρά κυλινδρικά φορμάκια που χρησιμοποιούνται για κρέμες, πουτίγκες και ζελέ.
Ντέβιλ μπάτερ (Devil butter)
Βούτυρο χτυπημένο με μουστάρδα, γούστερ σως, ταμπάσκο και πιπέρι καγιέν. Πλάθεται σε ρολό και τυλίγεται με αλουμινόχαρτο. Μπαίνει στο ψυγείο για να σκληρύνει και κόβεται σε λεπτές ροδέλες που μπαίνουν πάνω από κρέατα της σχάρας ή ψάρια για να τα νοστιμίσουν.
Ντεγκιστασιόν (degustation)
Γαλλικός όρος που περιγράφει τη γευστική δοκιμή φαγητών και ποτών.
Ντεγκλασάρισμα
Η αποκόλληση των κολλημένων χυμών από το εσωτερικό ενός ταψιού ή τηγανιού, με τη βοήθεια κάποιου υγρού, νερού, κρασιού ή ζωμού και μιας ξύλινης κουτάλας. Ο συμπυκνωμένος χυμός που συγκεντρώνεται στο βάθος της κατσαρόλας, μπορεί να αποτελέσει τη βάση της σάλτσας του φαγητού. Στη γαλλική μαγειρική, είναι η βάση για την παρασκευή της σάλτσας ντεμί - γκλάς και άλλων.
Ντεγκορζέ (degorger)
Γαλλικός όρος που σημαίνει τον καθαρισμό και την απομάκρυνση ανεπιθύμητων ουσιών από φαγητά ή ποτά. Π.χ. τα γλυκάδια που ζεματίζονται με νερό για να φύγει η οσμή τους ή οι μελιτζάνες που πασπαλίζονται με αλάτι και μένουν για ξεπικρίσουν.
Ντέλι (Deli)
Αμερικανικός όρος για μαγαζί με delicatessen.
Ντεμεράρα, ζάχαρη ( Demerara )
Ανοιχτή καστανή ζάχαρη από τη Βρετανική Γουινέα με μεγάλους κόκκους. Δεν είναι κατάλληλη για κέικ, αλλά χρησιμοποιείται για να γλυκάνει τα δημητριακά στο πρωινό, τα γκρέηπ - φρουτ και το τσάι ή τον καφέ.
Ντηξέλ (duxelles)
Γαλλικός όρος για ένα μείγμα από πολύ ψιλοκομμένα μανιτάρια μαζί με κρεμμύδια που σωτάρονται σε βούτυρο ώσπου να εξατμιστούν όλα τα υγρά τους. Ακολούθως χρησιμοποιούνται σαν ενισχυτικό γεύσης σε σάλτσες και γεμίσεις.
Ντιάμπλ ( A la diable )
Γαλλικός όρος που αναφέρεται σε τροφές με πικάντικα καρυκεύματα όπως η μουστάρδα, το ξύδι, η γούστερ σως, το ταμπάσκο ή το πιπέρι καγιέν.
Ντρέσσινγκ
Όταν ο όρος αναφέρεται σε πουλερικά, εννοεί την ετοιμασία τους για το μαγείρεμα, ενώ όταν αναφέρεται σε σαλάτες, αφορά στην προσθήκη σάλτσας.
Ντώμπ (Daube)
Ένα γαλλικό φαγητό με κρέας και πλούσια σάλτσα που συνήθως πρώτα μαρινάρεται σε κόκκινο κρασί με σκόρδο, κρεμμύδια, λαχανικά και καρυκεύματα. Μαγειρεύεται μαζί με την μαρινάδα του, στον φούρνο σε ειδικό πήλινο σκεύος με σκέπασμα απ' όπου πήρε και το όνομά του.
Ξύσμα
Το ελαιώδες εξωτερικό μέρος της φλούδας των εσπεριδοειδών που χρησιμοποιείται σαν αρωματικό σε σάλτσες, κρέμες και γλυκίσματα.
Ολ σπάις ( Allspice - Jamaica Pepper, Pimento)
Καρπός ενός αειθαλούς δένδρου με καταγωγή από τη Νότια Αμερική. Είναι γνωστό στο εμπόριο ως πιμέντο (pimento) και δεν πρέπει να το μπερδεύουμε με το πιμιέντο (pimiento) που είναι ένα είδος κόκκινης γλυκιάς πιπεριάς. Το άρωμά του είναι ένα μείγμα από άρωμα κανέλλας, γαρύφαλλου και μοσχοκάρυδου και χρησιμοποιείται στη μαγειρική και ζαχαροπλαστική για να αρωματίζει ραγού με μοσχάρι, πίκλες, πιάτα με μήλα, στη σάλτσα ντομάτα, κέηκ με φρούτα, πουτίγκες και μαρινάδες.
Ορετσιέττι (orrecchiette)
Ιταλική ονομασία για ένα μικρό ζυμαρικό που μοιάζει σχηματικά με μικρό κοχύλι και σημαίνει «μικρά αυτάκια».
Οσσο μπούκο (Osso bucco)
Ιταλική σπεσιαλιτέ από την Λομβαρδία, από κότσι μοσχαριού που κόβεται σε φέτες και μαγειρεύεται σε σάλτσα τομάτας και κρασιού με λαχανικά και ζωμό κρέατος. Συνοδεύει παραδοσιακά το ριζότο α λα μιλανέζε.
ΛΕΞΙΚΟ Π-Σ
Πάβλοβα (pavlova)
Γλυκό από την Αυστραλία που αποτελείται από ένα ρηχό καλάθι μαρέγκας, γεμισμένο με κρέμα σαντιγύ και γαρνιρισμένο με φράουλες, ανανά και φρούτα του πάθους.
Παέγια (Paella)
Διάσημο ισπανικό φαγητό με ρύζι, λαχανικά, κοτόπουλο και θαλασσινά. Αρωματίζεται συνήθως με σαφράν για τη γεύση και το χρώμα του.
Πακόρας (Pakorhas)
Λουκουμάδες με λαχανικά από την Ινδία με χυλό φτιαγμένο από ρεβυθάλευρο. Τηγανίζονται σε φριτέζα και σερβίρονται με τσάτνι
Παλέτ (palette-μαχαίρι)
Φαρδύ μαχαίρι με στρογγυλή μύτη που χρησιμεύει για να ισιώνει τις κρεμώδεις ή γκλασαρισμένες επιφάνειες από τις τούρτες. Απαραίτητο στην ζαχαροπλαστική.
Παλμιέ (palmiers)
Γλυκά μπισκότα από την Γαλλία με ζύμη σφολιάτα που σχηματικά μοιάζουν με τα φύλλα φοινικιάς.
Πανέ (paner)
Γαλλικός όρος που σημαίνει τυλίγω μια τροφή με γαλέτα (κοπανισμένη φρυγανιά).
Πανετόνε (pannetone)
Ιταλικής προελεύσεως κέικ με μαγιά. Μοιάζει με το τσουρέκι και περιέχει ξηρούς καρπούς, σταφίδες και μπαχαρικά.
Παπάγια
Τροπικό φρούτο που διαφέρει σε μέγεθος ανάλογα με την ποικιλία του. Μοιάζει με μακρουλό μικρό πεπόνι με φλούδα πράσινη που όσο ωριμάζει, κιτρινίζει. Η σάρκα είναι μαλακή και ζουμερή και η γεύση και το άρωμά του είναι μεταξύ τριαντάφυλλου, ροδάκινου και φράουλας. Τρώγεται ωμό, καθαρισμένο από τη φλούδα του, μόνο του ή σε φρουτοσαλάτες.
Παπαρδέλες (pappardelle)
Φαρδύ ζυμαρικό με αυγό μοιάζει με τις ταλιατέλες αλλά έχει δαντελωτές άκρες.
Παπιγιότ (papillote)
Γαλλικός όρος για κάθε τροφή που ψήνεται στο φούρνο τυλιγμένη σε λαδόχαρτο ή αλουμινόχαρτο.
Παρί Μπρέστ (Paris-Brest)
Γαλλικό γλυκό που αποτελείται από τρία δαχτυλίδια ζύμης σου, πασπαλισμένα πριν το ψήσιμο με αμύγδαλα φιλέ. Όταν κρυώσει, χωρίζεται στη μέση και γεμίζεται με κρέμα ζαχαροπλαστικής και καραμελωμένα αμύγδαλα.
Παρμαντιέ (Parmentier)
Γαλλικός όρος για οτιδήποτε με πατάτες.
Πασπάλισμα
Ελαφριά επικάλυψη τροφών με αλεύρι, ζάχαρη άχνη ή άλλη λεπτή σκόνη.
Πάστωμα
Συντήρηση μέσα σε ξύδι ή άλμη. Εφαρμόζεται ιδιαίτερα σε παχιά ψάρια όπως η ρέγγα.
Πατάτες Άννα
Κλασσικό, γαλλικό πιάτο με πατάτες. Κομμένες σε πολύ λεπτές στρογγυλές φέτες, τοποθετούνται σε ταψί, σε στρώσεις, με βούτυρο λιωμένο ανάμεσα και καρυκεύματα. Ψήνονται στο φούρνο μέχρις ότου η επάνω στρώση να πάρει χρυσόξανθο χρώμα. Κατόπιν το ταψί αναποδογυρίζεται σε πιάτο και οι πατάτες σερβίρονται κομμένες σε φέτες.
Πατάτες ντυσές (pommes duchesse)
Κλασσικό γαλλικό πιάτο για γαρνιτούρα της υψηλής κουζίνας, από πουρέ πατάτας, βούτυρο, κρόκους και λίγο γάλα. Το μείγμα αλείφεται με κρόκο και ψήνεται στον φούρνο.
Πατέ (pate)
Το αυθεντικό γαλλικό πατέ, μοιάζει πολύ με κρεατόπιτα τυλιγμένη με μια ειδική ζύμη και τρώγεται συνήθως ζεστό, εν αντιθέσει προς τις τερίν που τρώγονται κρύες. Η έννοια έχει επεκταθεί και σε μείγματα που δεν είναι ψημένα όπως διάφορα πατέ με ψάρι ή τυρί.
Πεπερονάτα (peperonata)
Ιταλικό φαγητό με κόκκινες γλυκές πιπεριές και τομάτες στην κατσαρόλα. Παρεμφερές με την γαλλική ρατατουϊγ και τα ελληνικά λαδερά. Μαγειρεύεται με λάδι, αρωματίζεται με σκόρδο και μυρωδικά. Σερβίρεται συχνά κρύο σαν μέρος του μπουφέ ορεκτικών (αντιπάστο).
Πέστο (pesto)
Καρύκευμα -σαν αλοιφή- κυρίως για ζυμαρικά, από την Γένοβα της Ιταλίας. Ετοιμάζεται με φρέσκο βασιλικό, σκόρδο, κουκουνάρι, τυρί ιταλικό (πεκορίνο ή παρμεζάνα) και λάδι, χτυπημένα στο γουδί από όπου παίρνει και το όνομά του.
Πηκτίνη (pectin)
Απαραίτητη για το πήξιμο της μαρμελάδας, βρίσκεται στη φύση σε μερικά φρούτα και λαχανικά αλλά παράγεται και τεχνητά. Είναι ένας υδατάνθρακας στην οικογένεια των πολυσακχαριτών.
Πιπεράντ (piperade)
Φαγητό από την περιοχή των Βάσκων της Γαλλίας που αποτελείται από αυγά χτυπημένα σαν την στραπατσάδα μαζί με ντομάτες, πιπεριές και ζαμπόν.
Πίρι Πίρι (Piri Piri)
Καυτερό καρύκευμα όπως το ταμπάσκο από τις πορτογαλικές αποικίες της Αφρικής.
Πισαλαντιέρ (Pissaladiere)
Η εκδοχή της πίτσας από την Προβηγκία. Γαρνίρεται με τηγανητά κρεμμύδια και μαύρες ελιές και αρωματίζεται με τα τοπικά μυρωδικά.
Πιστού (pistou)
Η προβηγκιακή εκδοχή του πέστο.
Πιτσαϊόλα «σάλτσα» (Pizzaiola sauce)
Σάλτσα τομάτας από την Ιταλία με σκόρδο, μαϊντανό, ρίγανη και καρυκεύματα. Σερβίρεται με ψητό κρέας, εξ' ου και κρέας αλά Πιτσαϊόλα.
Πόντς (punch)
Το όνομα προέρχεται από την ινδιάνικη λέξη που σημαίνει «πέντε» και αναφέρεται στα 5 κύρια συστατικά του, δηλαδή : στο οινοπνευματώδες ποτό (π.χ. ρούμι) στο νερό, την ζάχαρη, το λεμόνι και τα μπαχαρικά.
Πορτό (Port)
Κρασί από την Πορτογαλία, άσπρο ή κόκκινο ξηρό ή γλυκό. Προστίθεται για άρωμα συχνά σε σούπες, σάλτσες και ζεστά ποτά και σε επίσημα γεύματα. Σερβίρεται μαζί με το τυρί στο τέλος του γεύματος.
Ποσάρω (poach)
Το να μαγειρεύει κανείς ευαίσθητες τροφές όπως ψάρια ή αυγά μέσα σε υγρό που μόλις βράζει, σε πολύ σιγανή φωτιά.
Ποτέ (Potιe)
Απαραίτητη για το πήξιμο της μαρμελάδας, βρίσκεται στη φύση σε μερικά φρούτα και λαχανικά αλλά παράγεται και τεχνητά. Είναι ένας υδατάνθρακας στην οικογένεια των πολυσακχαριτών.
Ποτ-ω-φε (Pot-au-feu)
Κλασσικό φαγητό από την Γαλλική επαρχία που σερβίρεται σαν κύριο πιάτο και αποτελεί πλήρες γεύμα. Βράζονται στην ίδια κατσαρόλα ζωμός και λαχανικά. Η σούπα τους τρώγεται σαν πρώτο πιάτο, ενώ το κρέας και τα λαχανικά σαν δεύτερο.
Πουαβράντ «σάλτσα» (Poivrade sauce)
Σάλτσα εσπανιόλ αρωματισμένη με κόκκινο κρασί, ξύδι και μπόλικο τριμμένο μαύρο πιπέρι. Σερβίρεται με κρέατα σχάρας και κυνήγι.
Πραλίνα (praline)
Καραμελωμένα και ψιλοκοπανισμένα αμύγδαλα που χρησιμοποιούνται σαν αρωματικό σε παγωτά, γλυκά και κρέμες.
Πωπιέτες (paupiettes)
Γαλλικός όρος για λεπτές φέτες κρέατος που τυλίγονται ρολά και περικλείουν ποικιλία από γεμίσεις.
Ραγού (Ragout)
Γαλλικός όρος για ένα φαγητό κατσαρόλας με κρέας ή κοτόπουλο, λαχανικά και πηχτή σάλτσα.
Ραίτα (Raita)
Συνοδευτικό πιάτο της Ινδικής κουζίνας που αποτελείται από στραγγιστό γιαούρτι, αναμεμειγμένο με κομμένο αγγούρι, κρεμμύδι ή μπανάνες. Αρωματίζεται συνήθως με κύμινο, κόλιαντρο, αλάτι και πιπέρι.
Ραμεκέν (Ramekin)
Μικρό πυρίμαχο σκεύος - μερίδα, με ή χωρίς χερούλια, για ψήσιμο στον φούρνο γλυκών και αλμυρών παρασκευασμάτων.
Ρατατούϊγ (Ratatouille)
Λαχανικά στην κατσαρόλα, μελιτζάνες, τομάτες, κρεμμύδια, πιπεριές, κολοκυθάκια, σκόρδο, ελαιόλαδο και αρωματικά. Από την Προβηγκία.
Ραταφία
Γλυκό και δυνατό λικέρ φτιαγμένο από κουκούτσια φρούτων και πικραμύγδαλου με έντονο άρωμα αμυγδάλου. Χρησιμοποιείται κυρίως σαν αρωματικό.
Ραταφίας
Πολύ μικρά και στρογγυλά μπισκοτάκια, που μοιάζουν με μικρογραφία μακαρόν και έχουν γεύση πικραμύγδαλου. Πολύ διαδεδομένα στην Ιταλία.
Ρεμουλάντ «σάλτσα» (Remoulade sauce)
Μαγιονέζα αρωματισμένη με αντζούγιες, κομμένη κάππαρη και κομμένα αρωματικά χόρτα, μαϊντανό, εστραγκόν και μυρώνια. Σερβίρεται με κρύα κρέατα, θαλασσινά και σφιχτά αυγά.
Ρεμπλοσόν (Remblochon)
Ορεινό τυρί από την Σαβοϊα και ένα από τα πιο παλιά τυριά με αγελαδινό γάλα της Γαλλίας. Είναι τυρί κρεμώδες με πολύ γλυκιά γεύση.
Ριζι και μπίζι (risi e bisi)
Ιταλικό ορεκτικό από βρασμένο ρύζι μαζί με αρακά. Έχει υφή πηχτής σούπας και σερβίρεται πασπαλισμένο με τυρί παρμεζάνα.
Ροκφόρ (Roquefort)
Το διάσημο μπλε γαλλικό τυρί από κατσικίσιο γάλα. Είναι αδύνατο να αναπαραχθεί αλλού παρά μόνο στην περιοχή του, στις ειδικές σπηλιές με το ειδικό κλίμα και τα ρεύματα αέρος. Είναι ένα πλούσιο τυρί με κρεμώδη, απαλή υφή.
Ρόστ μπήφ (Roast beaf)
Κλασσικό Βρετανικό πιάτο. Νουά ψημένο στο φούρνο και σερβιρισμένο παραδοσιακά μαζί με πουτίγκα γιορκσαϊρ και μουστάρδα ή σάλτσα χορσράντις.
Ροστί (Rφsti)
Ένα διάσημο ελβετικό πιάτο από βρασμένες και τριμμένες πατάτες, κομμένο κρεμμύδι και μυρωδικά. Τηγανίζεται στο λάδι ή στο βούτυρο και μοιάζει με χοντρή κρέπα ή τηγανίτα.
Ρού (Roux)
Γαλλικός μαγειρικός όρος για ένα μείγμα από λιωμένο λίπος και αλεύρι, που χρησιμεύει για να πήζει τα υγρά και είναι η βάση για πολλές σάλτσες, όπως η μπεσαμέλ. Οι αναλογίες του λίπους με το αλεύρι ποικίλουν ανάλογα με την επιθυμητή πυκνότητα της σάλτσας.
Ρουαγιάλ «γκλάσο» (Royale)
Ένα σκληρό άσπρο γκλάσο από ζάχαρη άχνη και ασπράδια. Χρησιμοποιείται για διακόσμηση στις τούρτες γάμου, γενεθλίων και άλλων παρόμοιων περιπτώσεων. Καμιά φορά στο γκλάσο προστίθεται και γλυκερίνη για να το κάνει περισσότερο μαλακό και ευκολότερο στο κόψιμο.
Ρύζι για ρυζότο
Ιταλικό άσπρο ρύζι με στρογγυλούς κόκκους κατάλληλο για τα ρυζότο. Έχει την ιδιότητα να απορροφά περισσότερο υγρό από τα υπόλοιπα ρύζια χωρίς να λασπώνει. Μια γνωστή ποικιλία είναι το Arborio και το Carnaroli.
Ρυζότο αλά μιλανέζε (Risotto ala Milanese)
Το πιο γνωστό από τα ιταλικά ρυζότο με ψιλοκομμένα και σωταρισμένα μαζί με το ρύζι κρεμμύδια, ζωμό κρέατος ή πουλερικών, λευκό κρασί, σαφράν και παρμεζάνα. Σερβίρεται είτε μόνο του σαν αυτοτελές πιάτο ή σαν συνοδευτικό του οσο μπούκο.
Σαβαρέν (Savarin)
Στρογγυλό κέικ με τρύπα στη μέση, από μια ανάλαφρη ζύμη με μαγιά. Περιχύνεται με σιρόπι από ρούμι, αλείφεται με μαρμελάδα βερύκοκο και στο κέντρο γεμίζεται με σαντιγύ και φρούτα.
Σαβόϋ (Savoy)
Ένα λάχανο με σκούρο πράσινο χρώμα και φύλλα με έντονες φλέβες.
Σαϊλαμπάμπ (Syllabub)
Παλιό αγγλικό γλυκό από χτυπημένη κρέμα γάλακτος, ζάχαρη, ξύσμα και χυμό λεμονιού.
Σαλμί (Salmis)
Ραγού με κυνήγι με πλούσια σάλτσα από κόκκινο κρασί. Το κρέας ψήνεται πρώτα στον φούρνο και εν συνεχεία αποτελειώνει το ψήσιμό του στην κατσαρόλα.
Σαλτιμπόκα (Saltimbocca)
Ιταλικό πιάτο από λεπτές φέτες μοσχαριού, τυλιγμένες με ζαμπόν και φρέσκα φύλλα φασκόμηλου. Αφού αρχικά τηγανιστούν στο λάδι ή στο βούτυρο εν συνεχεία ψήνονται στην κατσαρόλα με λευκό κρασί ώσπου να μαλακώσουν.
Σαμόζας (Samosas)
Τρίγωνα με φύλλο, της ινδικής κουζίνας που περικλείουν διάφορες γεμίσεις. Τηγανίζονται μέσα σε μπόλικο καυτό λάδι και τρώγονται ζεστά σαν ορεκτικά.
Σαμπαγιόν (Sabayon)
Γαλλική εκδοχή της ιταλικής σάλτσας (jabaglione) ζαμπαγιόνε από κρόκους, ζάχαρη, σέρυ και νερό. Καμιά φορά στη σάλτσα προστίθεται σαντιγύ. Σερβίρεται μαζί με γλυκά με φρούτα.
Σαμπάλς (Sambals)
Γαρνιτούρες από διάφορες πίκλες, καρύδα, γιαούρτι, τσάτνεϋ, κλπ. που συνοδεύουν κύρια πιάτα της ινδικής ή ινδονησιακής κουζίνας.
Σαμπλέ μπισκότα (Sablι)
Γαλλικά μπισκότα φτιαγμένα από την πλούσια και βουτυρώδη ζύμη σαμπλέ. Η ζύμη πλάθεται σε μακρουλό σχήμα σαν λουκάνικο, μπαίνει αρκετές ώρες στο ψυγείο να κρυώσει και μετά κόβεται σε λεπτές φέτες που ψήνονται ώσπου να πάρουν χρώμα.
Σαμπρέ (Chambrι)
Γαλλικός όρος που υποδηλώνει ότι ένα κόκκινο κρασί ή τυρί, έχει φθάσει σε θερμοκρασία δωματίου και είναι έτοιμο για σερβίρισμα.
Σαρλότ (Charlotte)
Με το όνομα αυτό αποκαλούνται δύο γλυκά που φτιάχνονται μέσα σε ειδική στρογγυλή και βαθιά φόρμα. Το ένα τρώγεται ζεστό και αποτελείται από στρώσεις σαβουαγιάρ, βούτυρο και μήλα κομπόστα. Το άλλο και περισσότερο γνωστό, η σαρλότ ρύς, τρώγεται κρύο και αποτελείται από ζελέ φρούτου, σαβουαγιάρ και μια πλούσια κρέμα.
Σατέ (Satι)
Ινδονησιακά ή Μαλαισιανά σουβλάκια. Μικροί κύβοι από κρέας, ψάρι ή κοτόπουλο περνιούνται σε ειδικά λεπτά ξυλάκια από μπαμπού και ψήνονται. Συνήθως συνοδεύονται με σάλτσα από φυστίκι.
Σατσούμα (Satsuma)
Ανήκουν στην ίδια οικογένεια με τα μανταρίνια Κλιμεντίνες, αλλά είναι μικρότερα και δεν έχουν κουκούτσια.
Σατωμπριάν (Chateaubriand)
Ένα διπλό φιλέτο μοσχαρίσιο, από την καρδιά του φιλέτου. Ψήνεται στη σχάρα και συνήθως αποτελεί πιάτο για δύο άτομα.
Σαφράν (ή ζαφορά ή κρόκος)
Το ακριβότερο ίσως μπαχαρικό στον κόσμο, από τους αποξηραμένους στήμονες του φυτού κρόκος. Το άρωμά του είναι μοναδικό και χρωματίζει τις τροφές με ένα βαθύ κίτρινο χρώμα. Αποτελεί βασικό συστατικό στην Ισπανική, Ανατολική και Ασιατική κουζίνα. Στην Ελλάδα καλλιεργείται στην Κοζάνη.
Σεβίτσε (Ceviche)
Ωμό ψάρι κομμένο σε κύβους και μαριναρισμένο σε μείγμα από χυμό μοσχολέμονου, σκόρδου, κρεμμυδιού, καυτερής πιπεριάς και αρωματικών. Τα οξέα «ψήνουν» το ψάρι και δεν χρειάζεται μαγείρεμα.
Σέπερντς πάϊ (Shepherd's pie)
Πίτα του βοσκού. Κλασσική αγγλική πίτα, από αρνίσιο κιμά με σάλτσα. Ο κιμάς σκεπάζεται με μια παχιά στρώση πατάτας πουρέ και ψήνεται για λίγο στον φούρνο, να πάρει χρώμα.
Σέρυ (Shery)
Έτσι ονομάζονται μια κατηγορία ισπανικών κρασιών αναμεμειγμένων με μπράντυ που έχουν διαβαθμίσεις από το ξηρό-μέτριο έως γλυκό σέρυ. Χρησιμοποιείται σαν απεριτίφ, αλλά έχει και πολλές χρήσεις στην μαγειρική-ζαχαροπλαστική.
Σετσουάν, πιπέρι (Szechuan peppercorus)
Κινέζικο κόκκινο πιπέρι, λιγότερο καυτερό από το μαύρο. Χρησιμοποιείται σε πίκλες, μαρινάδες και πιάτα με κρέας.
Σιϊτάκε (Shiitake)
Όνομα μανιταριού που υπάρχει στην Κίνα και στην Ιαπωνία. Στις χώρες αυτές υπάρχει εν αφθονία φρέσκο, άγριο και καλλιεργημένο. Στην Ευρώπη το βρίσκουμε μόνο αποξηραμένο. Χρησιμοποιείται ευρύτατα σε πιάτα κινέζικης κουζίνας.
Σινουά (Chinois)
Κωνικό μεταλλικό σουρωτήρι ιδανικό για τις σάλτσες.
Σιρίν πολό (Shirin polo)
Πιάτο της Ανατολής από ρύζι και κοτόπουλο αρωματισμένο με ζαχαρωμένη φλούδα πορτοκαλιού, αμύγδαλα και καμιά φορά σαφράν.
Σίτεμα
Το κρέμασμα κρέατος (συνηθέστερα κυνηγιού) σε τσιγκέλια για ορισμένο χρονικό διάστημα ώστε να γίνει πιο τρυφερό.
Σιφονάντ (Chiffonade)
Γαλλικός όρος για μια γαρνιτούρα για τα κονσομέ, από μαρούλι, λάπαθο ή άλλα λαχανικά με μεγάλα πράσινα φύλλα, κομμένα σε λεπτές λωρίδες.
Σκαλοπίνια (Scaloppine)
Ιταλικός όρος για λεπτές φέτες μοσχαρίσιου ή χοιρινού φιλέτου, που είτε πανάρονται με αυγό και γαλέτα και τηγανίζονται σε λάδι ή βούτυρο σαν τα σνίτσελ, είτε ψήνονται στην κατσαρόλα με γλυκό κρασί και κρέμα.
Σμόργκασμπροντ (Smφrgδsbrond)
Σουηδικός όρος για κρύο μπουφέ, που αποτελείται από 3 ή 4 πιάτα για ένα κάλεσμα στο σπίτι ή από πολλά πιάτα, όταν πρόκειται για εστιατόρια και ξενοδοχεία. Συνήθως περιλαμβάνει ποικιλία από πιάτα με διαφόρων ειδών ρέγκες, ψάρια και θαλασσινά, πιάτα με αυγά, κρύα και ζεστά κρέατα, αλλαντικά, τουρσιά, σαλάτες, ποικιλία από ψωμιά, τυριά, φρούτα και γλυκά.
Σμόρπροντ (Smψrrebrod)
Τα δημοφιλή ανοιχτά σάντουιτς της Δανίας, με 600 και πλέον διαφορετικές γευστικές προτάσεις
Σομελιέ (Sommelier)
Γαλλικός όρος για το γκαρσόνι που είναι ειδικός σε θέματα κρασιού.
Σορμπέ (Sorbet)
Παγωμένο επιδόρπιο από χυμό φρούτου, νερό, ζάχαρη και μαρέγκα. Σερβίρεται ή στο τέλος ενός γεύματος σαν γλυκό ή στη μέση ενός επίσημου γεύματος για να ξεκουράσει και να προετοιμάσει τον ουρανίσκο για τα πιάτα που θα ακολουθήσουν.
Σόρτμπρεντ (Shortbread)
Όνομα που αναφέρεται σε ζύμη και σε μπισκότα από τη Σκωτία. Η ζύμη είναι πλούσια, με έντονη γεύση βουτύρου και όταν ψηθεί και κρυώσει, γίνεται τραγανιστή. Κόβεται σε τρίγωνα ή σε μακρόστενα κομμάτια, πασπαλίζεται με ζάχαρη και έχει σαν χαρακτηριστικό τρυπούλες στην επιφάνεια που γίνονται με πιρούνι πριν ψηθεί.
Σουκιγιάκι (Sukiyaki)
Πολύ γνωστό γιαπωνέζικο πιάτο, που μαγειρεύεται στο τραπέζι. Αποτελείται από λεπτοκομμένα λαχανικά και κρέας κομμένο σε λεπτές σαν χαρτί φέτες. Τα λαχανικά και το κρέας τηγανίζονται σε σάλτσα σόγιας και σβήνονται με ρυζόκρασο. Συνοδεύονται με ρύζι και ο κάθε καλεσμένος σερβίρεται μόνος του.
Σουκρούτ (Sauerkraut)
Ψιλοκομμένο άσπρο λάχανο τουρσί, σπεσιαλιτέ της βορειοανατολικής Ευρώπης. Τρώγεται ζεστό ή κρύο και συνοδεύει αλλαντικά και κρέατα.
Σούσι (Sushi)
Στην πιο απλή μορφή του, το σούσι είναι μπαστουνάκια από ρύζι βρασμένο και ανακατεμένο με ξύδι. Τα μπαστουνάκια γαρνίρονται με κομματάκια από πολύ φρέσκο ωμό ψάρι. Συνοδεύεται με καυτό πράσινο τσάι.
Στίλτον (Stilton)
Για πολλούς, «ο βασιλιάς των τυριών». Το αγγλικό τυρί Στίλτον, εμφανίστηκε στη περιοχή του Λέστερ εδώ και 200 χρόνια. Είναι τυρί προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης, με κυλινδρικό σχήμα από παστεριωμένο, πλήρες, αγελαδινό γάλα. Έχει φυσική κρούστα, χρώμα ανοιχτό μπεζ που σκουραίνει στις άκρες και χαρακτηριστικούς μπλε μύκητες, όπως το ροκφόρ. Η γεύση του είναι μεστή και καθώς ωριμάζει γίνεται πιο πλούσια. Συνοδεύεται παραδοσιακά με πορτό και σερβίρεται στο τέλος του γεύματος.
Στίρ-φράϊ (Stir-fry)
Κινέζικη μέθοδος μαγειρέματος, συνήθως στο γουώκ (το ειδικό τηγάνι) όπου μικρά κομματάκια ή λωρίδες τροφίμων τηγανίζονται γρήγορα σε καυτό βούτυρο ή λάδι.
Στόλεν (Stollen)
Γερμανικό χριστουγεννιάτικο κέικ με μαγιά, με γέμιση ξηρών φρούτων και καρπών και καμιά φορά αμυγδαλόπαστας. Όταν ψηθεί, πασπαλίζεται με ζάχαρη άχνη.
Στρατσιατέλα (Stracciatella)
Κλασσική ιταλική σούπα από ζωμό μοσχαριού ή κοτόπουλου. Καθώς βράζει, προστίθεται ένα μείγμα από χτυπημένα αυγά, σιμιγδάλι και τριμμένη παρμεζάνα, που όταν ανακατεύεται, χωρίζεται σε κλωστούλες, απ' όπου και το όνομα.
Σωτάρω (Sauter)
Γαλλικός όρος που σημαίνει τηγανίζω ελαφρά, κρέας ή λαχανικά, μέσα σε λίγο λίπος, σε ρηχό τηγάνι, ώσπου να πάρουν ένα ομοιόμορφο χρυσόξανθο χρώμα.
ΛΕΞΙΚΟ Τ-Φ
Ταζίν (Tajine)
Κωνικό μαγειρικό σκεύος από την Βόρειο Αφρική για το μαγείρεμα κρεάτων, οσπρίων και λαχανικών. Το σκεύος δίνει το όνομά του και σε μια σειρά φαγητών που μαγειρεύονται σ' αυτό.
Ταλιολίνι (Tagliolini)
Λεπτά επίπεδα και μακριά ζυμαρικά.
Τάμαριν πολτός (Tamarind pulp)
Δημοφιλές στην ανατολίτικη μαγειρική, το τάμαριν είναι ένας πικρός πολτός που προέρχεται από τα φρούτα του τροπικού δέντρου τάμαριν. Έχει έντονη γεύση και προσδίδει σκούρο χρώμα στα φαγητά. Πωλείται συνήθως αποξηραμένο σε πακέτα. Στα φαγητά προστίθεται αραιωμένο με νερό σε αναλογία 1 τάμαριν προς 1 νερό.
Ταμπάσκο (Tabasco)
Σάλτσα καυτερή από την Λουϊζιάνα των Η.Π.Α. από ένα είδος κόκκινης καυτερής πιπεριάς. Δίνει γεύση στην μεξικάνικη κουζίνα, καθώς επίσης σε μαρινάδες, ντρέσσιγκς για σαλάτες και σάλτσες για ψητά στα κάρβουνα.
Ταμπουλέ (Tabbouleh)
Σαλάτα. Από τις πιο γνωστές σαλάτες της Μ. Ανατολής από πληγούρι, κρεμμύδι, δυόσμο, μαϊντανό, ελαιόλαδο, χυμό λεμονιού και άλλα καρυκεύματα.
Ταντζερίν (Tangerine)
Είδος μανταρινιού.
Ταντούρι (Tandoori)
Ινδικός τρόπος μαγειρέματος για κρέας ή ψάρι. Πρώτα μαρινάρονται σε πικάντικο μείγμα γιαουρτιού και κατόπιν ψήνονται στον ειδικό φούρνο που λέγεται ταντούρ, εξ' ου και το όνομα.
Τάπας (Tapas)
Ισπανικό όνομα για τα ορεκτικά.
Ταπενάντ (Tapenade)
Πηχτό άλειμμα από την Προβηγκία, από αντζούγιες παστές, ελιές, κάππαρη, σκόρδο και ελαιόλαδο. Σερβίρεται σαν ορεκτικό πάνω σε ψωμί ή μαζί με σφιχτά αυγά.
Ταρατόρ (Tarator)
Σπεσιαλιτέ από τα Βαλκάνια, ιδίως την Βουλγαρία. Το ταρατόρ είναι κρύα σούπα αγγουριού με γάλα, χυμό λεμονιού, σκόρδο και μαϊντανό.
Τάρτα Τατέν (Tarte Tatin)
Η διάσημη γαλλική τάρτα των αδελφών Τατέν, όπου μήλα πασπαλισμένα με ζάχαρη, σκεπάζονται με γλυκιά ζύμη και όταν ψηθούν, αναποδογυρίζονται και καραμελώνονται κάτω από ζεστό γκρίλ.
Ταρτάρ σάλτσα (Tartare sauce)
Μαγιονέζα αρωματισμένη με κομμένα αγγουράκια τουρσί, κάππαρη και μαϊντανό. Σερβίρεται συνήθως με ψάρι.
Τεμπάλ (Timbale)
Γαλλικός όρος για πήλινη ή μεταλλική φόρμα σε σχήμα φλυτζανιού, που στρώνεται με ζυμαρικό ή ρύζι και γεμίζεται με κρεμώδες μείγμα από κρέας, ψάρι ή λαχανικά. Ψήνεται το φαγητό στη φόρμα, αναποδογυρίζεται και σερβίρεται με σάλτσα.
Τεμπούρα (Tempura)
Ψάρια και λαχανικά σε αραιό χυλό, τηγανισμένα σε φριτέζα ή βαθύ τηγάνι. Συνοδεύονται με μια σάλτσα από ζωμό φυκιών, γλυκό ρυζόκρασο και σάλτσα σόγιας αρωματισμένη με άσπρο ραπάνι και φρέσκια πιπερόριζα.
Τεριγιάκι (Teriyaki)
Γιαπωνέζικη μαρινάδα για κρέας από σκόρδο, σάλτσα σόγιας, φρέσκια πιπερόριζα, ζάχαρη, γλυκό ρυζόκρασο και καμιά φορά λάδι.
Τερίν (Terrine)
Πήλινο πυρίμαχο σκεύος με σκέπασμα, σε μακρόστενο σχήμα, που χρησιμοποιείται συνήθως για το ψήσιμο πατέ. Πολλές φορές δίνει το όνομά του και στα πατέ που ψήθηκαν σ' αυτό.
Τορτίγιας (Tortillas)
Μεξικάνικες κρέπες από καλαμπόκι. Πλάθονται είτε με τα χέρια σε πολύ λεπτούς δίσκους ή με ένα ειδικό εργαλείο πολύ κοινό στο Μεξικό. Τηγανίζονται χωρίς λίπος σε μεγάλο τηγάνι. Οι ψημένες μεσαίου μεγέθους τορτίγιας ή τορτίγιες λέγονται τοστάδας και γεμίζονται με σαλατικά, κρέας, τυρί, πουλερικά ή ψάρια και περιχύνονται με σάλτσα τσίλι.
Τορτίγια (Tortilla) ή Ισπανική ομελέτα
Μια επίπεδη χορταστική ομελέτα με πατάτες, κρεμμύδι, ντομάτα, γλυκιά πιπεριά.
Τουρνεντό (Tournedos)
Στρογγυλές φέτες από το πιο χονδρό μέρος του μοσχαρίσιου φιλέτου. Συνήθως τηγανίζονται ή ψήνονται στη σχάρα.
Τουρνεντό Ροσσίνι (Tournedos Rossini)
Μια γαλλική σπεσιαλιτέ που πήρε το όνομά της και δημιουργήθηκε προς τιμήν του Ιταλού συνθέτη Ροσσίνι, ο οποίος εκτός από συνθέτης ήταν και γκουρμέ, λάτρευε ιδιαίτερα το φουά γκρά (=το συκώτι της χήνας). Τα τουρνεντό Ροσσίνι (φιλετάκια μοσχαρίσια) τηγανίζονται σε βούτυρο, τοποθετούνται σε μια φέτα τηγανισμένο ψωμί και σκεπάζονται με μια φέτα τηγανισμένου φουά γκρά, γαρνιρισμένου με τρούφα. Σερβίρεται με σάλτσα Μαδέρα.
Τραϊφλ (Trifle)
Αγαπητό παραδοσιακό Βρετανικό γλυκό. Αποτελείται από παντεσπάνι περιχυμένο με σέρυ, κρέμ ανγκλαίζ, σαντιγύ και μεγάλη ποικιλία από στολίσματα. Υπάρχουν αναρίθμητες μοντέρνες εκδοχές που περιέχουν ζελέ φρούτα, λικέρ, αμύγδαλα κτλ.
Τρούφα (Truffle)
Εδώδιμο μανιτάρι που φύεται κάτω από την επιφάνεια της γης σε ρίζες δένδρων και είναι το πιο σπάνιο και πιο ακριβό μανιτάρι από όλα τα υπόλοιπα. Υπάρχει η γαλλική μαύρη τρούφα από το Περιγκόρ (Periguord) και η ιταλική άσπρη τρούφα από το Πιεμόντε, που έχει και εντονότερο άρωμα και συνήθως σερβίρεται ωμή, ψιλοκομμένη ή τριμμένη, π.χ πάνω από πιάτα με ζυμαρικά. Το σπάνιο αυτό έδεσμα σερβίρεται συνήθως με πιάτα υψηλής γαστρονομίας, όπως το φουά-γκρά (συκώτι χήνας). Επί αιώνες η εξόρυξή του γίνεται με ειδικά εκπαιδευμένα γουρούνια ή σκύλους, τα οποία εντοπίζουν τις τρούφες από την μυρωδιά τους, επειδή δεν φαίνονται στην επιφάνεια της γης.
Τρούφες (Truffles)
Μικρά, γλυκά μπαλάκια με πλούσια γεύση, συνήθως με βάση σοκολάτα. Αρωματίζονται συνήθως με λικέρ ή καφέ και τυλίγονται με κακάο σκόνη και τριμμένη σοκολάτα.
Τσάτνυ (Chutney)
Ένα γλυκόξινο παρασκεύασμα, με καταγωγή την Ινδία του 19ου αιώνα. Η δυτική εκδοχή του, είναι με μήλα, κρεμμύδια, σκόρδο, ξύδι, τομάτες, ζάχαρη και μπαχαρικά. Η ανατολίτικη περιέχει συχνά και εξωτικά φρούτα. Η γνωστότερη είναι το τσάτνυ με μάνγκο.
Τσίλι (Chilli)
Σάλτσα. Καυτερή και πιπερώδης κέτσαπ, συνοδεύει πιάτα της Κινέζικης ή άλλης ανατολίτικης κουζίνας.
Τσίλι (Chilli)
Σκόνη. Ένα μείγμα μπαχαρικών με βάση την καυτερή πιπεριά, όπου προστίθεται κόκκινη γλυκιά πιπεριά, κύμινο τριμμένο, ρίγανη και σκόρδο.
Τσίλι-κον-κάρνε (Chilli con carne)
Περισσότερο πιάτο TEX-MEX παρά μεξικάνικο, αποτελείται από κιμά ψημένο στην κατσαρόλα με κρεμμύδια, τομάτες, σκόρδο, κόκκινα φασόλια kidney, αρωματικά και μπαχαρικά, π.χ. καυτερή πιπεριά. Σερβίρεται με λευκό ρύζι, τορτίγιας και σαλάτα.
Τσιπολάτα (Chipolata)
Λουκάνικα. Μικρά λουκάνικα από την Αγγλία, χοιρινά ή μοσχαρίσια, κατάλληλα για τηγανητά ή ψητά στη σχάρα.
Τσόπστικς (Chopsticks)
Ζευγάρι, από ξύλινα, πλαστικά ή φίλντισι μπαστουνάκια, που χρησιμοποιούνται σαν μαχαιροπίρουνα στην Άπω Ανατολή.
Τσορίθο (Chorijo)
Λουκάνικο σαν σαλάμι από την Ισπανία, από χοιρινό κρέας, κομμάτια λίπους, σκόρδο και πάπρικα. Σερβίρεται σαν ορεκτικό ή σαν κύριο πιάτο μαζί με ρεβύθια.
Φαλαφέλ (Falafel)
Μικροί κεφτέδες που γίνονται από ρεβύθια. Ωμά ρεβύθια μαλακώνουν αρκετές ώρες στο νερό, αλέθονται, αναμειγνύονται με πληγούρι ή σπασμένο σιτάρι, σκόρδο, μπαχαρικά και αυγό και τηγανίζονται.
Φάρς, Φαρσί (Farce, Farci)
Γαλλική λέξη που σημαίνει γέμιση για πουλερικά, κρέατα, ψάρια και λαχανικά. Φαρσί είναι γαλλικός όρος και σημαίνει οποιαδήποτε τροφή έχει γεμιστεί με κάποιο είδος γέμισης.
Φαρφάλες (Farfalle)
Κοντό ζυμαρικό που μοιάζει στο σχήμα με φιογκάκι.
Φασόλι φλαζολέ (flageolet)
Πράσινο φασόλι από την οικογένεια των φασολιών kidney: Παράγεται κυρίως στην Γαλλία και στην Ιταλία. Τρώγεται ή σαν φρέσκο λαχανικό ή αποξηραμένο σαν όσπριο. Έχει μια χαρακτηριστική λεπτή γεύση και θεωρείται φασόλι ανώτερης ποιότητος. Μπορούμε να το βρούμε εύκολα σε κονσέρβες.
Φάτζ (Fudge)
Ένα μαλακό γλυκό παρασκεύασμα από σιρόπι, γάλα, βούτυρο και μυρωδικά. Καμιά φορά με ξηρούς καρπούς, φρούτα, σοκολάτα ή καφέ. Είναι σπεσιαλιτέ της Αγγλίας και Αμερικής.
Φεϊζογιάδα (Feijoada)
Το εθνικό πιάτο της Βραζιλίας. Φαγητό κατσαρόλας που αποτελείται από μαύρα φασόλια, διάφορα είδη κρέατος, λουκάνικα, μπέηκον, κρεμμύδια, σκόρδα, τομάτες, καυτερή πιπεριά, μαϊντανό και άλλα μυρωδικά και μπαχαρικά.
Φιλέ μινιόν (filet mignon)
Γαλλικός όρος για μικρό μοσχαρίσιο φιλέτο που συνήθως ψήνεται στη σχάρα ή τηγανίζεται.
Φιμέ (Fumet)
Γαλλικός όρος για συμπυκνωμένο ζωμό ψαριού που έχει γίνει με μικρά κομματάκια ψαριών.
Φλαμπέ (Flamber)
Γαλλικός όρος, που σημαίνει το να περιχύνει κανείς τροφές με ζεσταμένο αλκοόλ και να το ανάβει πριν να σερβίρει.
Φλάν (Flan)
Γαλλικός όρος για μια ανοιχτή τάρτα με κρέμα. Επίσης ένα άλλο όνομα για την κρέμα καραμελέ, που χρησιμοποιείται στην Ισπανία και Πορτογαλία.
Φλάπζακ (Flapjack)
Τραγανό μπισκότο από νιφάδες βρώμης, βούτυρο, ζάχαρη. Ψήνεται σε ρηχό ταψί και κόβεται συνήθως σε τετράγωνα κομμάτια ή μπαστουνάκια.
Φοντύ (Fondue)
Γαλλικός όρος που σημαίνει λιωμένο, π.χ. όπως είναι το τυρί λιωμένο στην φοντύ τυριού.
Έχουμε:
α) Φοντύ τυριού (Ελβετική σπεσιαλιτέ) : Τυρί γραβιέρα ή έμενταλ λιώνει στο ειδικό σκεύος, μαζί με κρασί, σκόρδο και kips. Κύβοι ψωμιού στερεωμένοι σε ειδικά πιρούνια με μακριά λαβή, βουτιούνται στο μείγμα και τρώγονται αμέσως στο τραπέζι από τους συνδαιτυμόνες.
β) Φοντύ μπουργκινιόν (Fondue bourguignonne) : Ελβετική σπεσιαλιτέ. Μαγειρεύεται στο τραπέζι, στο ειδικό σκεύος για φοντύ. Κύβοι κρέατος καρφώνονται από τους συνδαιτυμόνες στα ειδικά πιρούνια με την μακριά λαβή και τηγανίζονται σε καυτό λάδι στο σκεύος της φοντύ. Η φοντύ μπουργκινιόν συνοδεύεται με πατάτες τηγανητές και με ποικιλία από σάλτσες και τουρσιά.
γ) Κινέζικη φοντύ (Fondue Chinoise) : Μια ακόμη Ελβετική σπεσιαλιτέ που μαγειρεύεται στο τραπέζι, μπροστά στους καλεσμένους σας. Φέτες κρέατος λεπτές σαν χαρτί, τυλίγονται ρολά και με το ειδικό πιρούνι με την μακριά λαβή, ψήνονται στο σκεύος της φοντύ που είναι γεμάτο με ζωμό κρέατος ή λαχανικά. Το κρέας συνοδεύεται από 6 με 8 διαφορετικές σάλτσες και ωμούς κρόκους αυγών. Στο τέλος του μαγειρέματος, ο ζωμός μοιράζεται στους συνδαιτυμόνες, προστίθενται όσοι κρόκοι περίσσεψαν και αρωματίζεται με σάλτσα σόγιας. Καμιά φορά προστίθεται και ρύζι.
Φούλ (Fool)
Παλιό αγγλικό γλυκό που παρασκευάζεται από ίσες ποσότητες πουρέ φρούτου και κρέμας ή σαντιγύ. Είναι πολύ δημοφιλές με πουρέ μήλου.
Φούλ μεντάμ (Foule Medames)
Λαχανικό από την οικογένεια των κουκιών. Είναι πολύ δημοφιλές στη Μέση Ανατολή και ιδιαίτερα στην Αίγυπτο, όπου αποτελεί τη βάση για το εθνικό τους πιάτο με το ίδιο όνομα. Αποτελείται από βρασμένα φούλ μεντάμ και φακές, λιωμένα και αναμεμειγμένα με λιωμένο σκόρδο, λάδι και χυμό λεμονιού. Το πιάτο καρυκεύεται με διάφορα μπαχαρικά και γαρνίρεται με ψιλοκομμένα βραστά αυγά.
Φρανζιπάν (Frangipane)
Γαλλικός όρος για κρέμα ζαχαροπλαστικής που περιέχει κομμένη ή αλεσμένη αμυγδαλόψυχα. Χρησιμοποιείται σαν γέμιση σε τάρτες και τούρτες.
Φρέντς-ντρέσσιγκ (French dressing)
Το κλασσικό λαδόξυδο από λάδι, αλάτι, πιπέρι και ξύδι ή χυμό λεμονιού. Για όλες τις σαλάτες.
Φριτάτα (Frittata)
Ένα είδος ιταλικής ομελέτας που περιέχει λαχανικά, τυριά ή και ψιλοκομμένο κρέας ή ψάρι. Σερβίρεται κομμένη σε τρίγωνα.
Φρίτο μίστο (Fritto misto)
Ιταλική σπεσιαλιτέ από μικρά κομμάτια λαχανικών ή ψαριών που τυλίγονται με κουρκούτι (προαιρετικά) και τηγανίζονται σε μπόλικο καυτό λάδι σε τηγάνι ή σε φριτέζα.
ΛΕΞΙΚΟ Χ-Ω
Χαϊ-τή (High-tea)
Γεύμα με διάφορα αλμυρά και γλυκά παρασκευάσματα, πολύ δημοφιλές στη Βόρεια Αγγλία και Σκωτία. Σερβίρεται νωρίς το απόγευμα και τρεις ώρες αργότερα ακολουθεί το σάπερ (supper) που αποτελείται από ένα πρόχειρο γεύμα μαζί με ένα ζεστό ρόφημα. Αυτά τα δύο γεύματα μπορούν να αντικαταστήσουν το ντίνερ (dinner) που συνηθίζεται περισσότερο στη Νότια Αγγλία.
Χαλούμι
Κυπριακό τυρί φτιαγμένο από γάλα κατσίκας ή προβατίνας. Είναι αλμυρό τυρί, διατηρείται σε άλμη και είναι ιδανικό για ψήσιμο και τηγάνισμα.
Χαρίσσα (Harissa)
Πολύ καυτερή σάλτσα από καυτερές πιπεριές, χαρακτηριστική στην μαγειρική της Βορείου Αφρικής. Μοιάζει με τον τοματοπελτέ και χρησιμοποιείται για καρύκευμα.
Χάς (Hash)
Παλιό αγγλικό φαγητό από κομματάκια μαγειρεμένου κρέατος που έχουν μείνει και που ζεσταίνονται μέσα σε σάλτσα. Σερβίρεται συνήθως με πουρέ και βρασμένα λαχανικά.
Χορσράντις (σάλτσα) (Horseradish)
Μια δυνατή κρεμώδης σάλτσα φτιαγμένη από κρέμα γάλακτος, τριμμένο χρένο (horseradish), χυμό λεμονιού, ξύδι και καρυκεύματα. Σερβίρεται με το εγγλέζικο ροστ-μπήφ, με καπνιστή πέστροφα ή σκουμπρί.
Χούμους (Houmous)
Ορεκτικό από την Μέση Ανατολή. Είναι πουρές ρεβυθιού μαζί με ταχίνι, σκόρδο, ελαιόλαδο και μαϊντανό. Συνοδεύεται με μαύρες ελιές και πίτα.Είδος μανταρινιού.
Χρένο (Rorseradish ή Armoracia rusticana)
Ανήκει στην οικογένεια του λάχανου. Είναι μια καφέ κυλινδρική ρίζα που μοιάζει με την παστινάκη, έχει σάρκα με χρώμα υπόλευκο, είναι σκληρή και συνήθως τρίβεται πριν χρησιμοποιηθεί. Έχει γεύση δυνατή, καυτερή, με χαρακτηριστικό άρωμα. Χρησιμοποιείται ευρύτατα στη μαγειρική και είναι η βάση της σάλτσας χορσράντις.
Ω μπλέ (au bleu)
Γαλλικός όρος που χρησιμοποιείται όταν πολύ φρέσκα ψάρια, ιδιαίτερα πέστροφες, σιγοβράζονται (ποσάρονται) σε νερό, μαζί με ξύδι και χυμό λεμονιού. Αν η πέστροφα είναι πραγματικά πολύ φρέσκια, τότε το δέρμα της παίρνει μια χαρακτηριστική μπλε απόχρωση. Το ψάρι σουρώνεται και τρώγεται με λιωμένο βούτυρο και βραστές πατάτες. Τρόπος μαγειρέματος μόνο για πολύ φρέσκα ψάρια.
Ωγκρατέν
Φαγητά με υλικά που έχουν ήδη ψηθεί, τα οποία περιχύνονται με μια σάλτσα συνήθως με αυγά και πασπαλίζονται με τυρί. Μπαίνουν για σύντομο χρονικό διάστημα στο φούρνο, τόσο όσο χρειάζεται για να κάνει κρούστα η επιφάνεια.